Ανοικτή η παραπομπή της Ελλάδας για τα Τέμπη λέει η Κομισιόν
Σε αποτυχία φαίνεται ότι καταλήγει η ενορχηστρωμένη εκστρατεία της Κυβέρνησης να κλείσει όλα τα «αγκάθια» της υπόθεσης των Τεμπών, όπως το μπάζωμα, το παράνομο φορτίο και η σύμβαση τηλεδιοίκησης 717, ώστε να ρίξει… στην πυρά τον σταθμάρχη, κρατικούς αξιωματούχους και δύο-τρία πολιτικά πρόσωπα, εν είδει πολιτικής Ιφιγένειας.
- Του Μανώλη Κοττάκη
Και καταλήγει σε αποτυχία, όχι μόνον γιατί ο εφέτης ανακριτής Σωκράτης Μπακαΐμης ενέταξε στην δικογραφία που έστειλε στην Βουλή γνωμάτευση-«φωτιά» ειδικού, η οποία απορρίπτει την θεωρία των ελαίων σιλικόνης για την πυρόσφαιρα. Ούτε διότι τα στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα ο εγκεκριμένος από το κράτος δικαστικός πραγματογνώμονας κ. Κοκοτσάκης, και τα οποία δεν αμφισβητούνται μέχρι στιγμής, αποδεικνύουν ότι από την επομένη του δυστυχήματος και για πολλές ημέρες γίνονταν διαγραφές βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας, 658 τον αριθμό, από τους υπολογιστές της εταιρείας security που εργάζεται για τον ΟΣΕ.
Κάτι που διαψεύδει τον ισχυρισμό του Διευθύνοντος Συμβούλου του ΟΣΕ κ. Τερεζάκη στην Εξεταστική, ότι τα αρχεία καταστράφηκαν, βάσει νόμου, μετά την παρέλευση 15 ημερών. Από την επομένη καταστρέφονταν, και το ερώτημα είναι –δεδομένου ότι το υλικό ανήκει στον ΟΣΕ– με ποιου εντολή.
Η Επιτροπή διατάσσει περαιτέρω έρευνα
Η εκστρατεία καταλήγει σε αποτυχία, γιατί μπαίνει πλέον στο παιχνίδι και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην οποία έχουν προσφύγει –όπως αποκάλυψε με πρωτοσέλιδο δημοσίευμά μας, την 19η Μαΐου 2024, η «ΕτΚ»– η Μαρία Καρυστιανού και ο Παύλος Ασλανίδης. Με την προσφυγή τους αυτήν έθεταν σε αμφισβήτηση αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου του 2018, που έκρινε νόμιμες τις παρατάσεις της σύμβασης 717, με το επιχείρημα ότι πριν την έκδοσή τους το δικαστήριο δεν υπέβαλε, ως όφειλε, προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο! Θέμα πολύ ευαίσθητο, όταν πρόκειται για διαχείριση του κοινοτικού χρήματος.
Η προθεσμία που έχει να απαντήσει η Επιτροπή σε τέτοιου είδους προσφυγές είναι ακριβώς ένας χρόνος. Αν η προσφυγή είναι τύποις ή ουσία απαράδεκτη, η Επιτροπή την θέτει αυτομάτως με την παρέλευση του έτους στο Αρχείο.
Όπως όμως προκύπτει από το έγγραφο με ημερομηνία 6 Μαΐου 2025, το οποίο φέρνει σήμερα στην δημοσιότητα η «Εστία της Κυριακής», η Επιτροπή όχι απλώς δεν θέτει την προσφυγή Καρυστιανού και Ασλανίδη στο Αρχείο, αλλά διατάζει περαιτέρω έρευνα με θέμα αν πρέπει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ελληνική Δημοκρατία για παραβίαση άρθρων της Συνθήκης της ΕΕ και κανονισμών, με ορίζοντα την παραπομπή της Ελλάδος στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο! Αυτό που αγνόησε το Ελεγκτικό Συνέδριο με δυο αποφάσεις του, το 2018 και το 2024, για να κρίνει νόμιμες τις παρατάσεις της «717», αλλά και ο Άρειος Πάγος. Ο οποίος με εγκύκλιό του, μετά την προσφυγή Καρυστιανού – Ασλανίδη, αφαίρεσε κατ’ ουσίαν από όλα τα ελληνικά δικαστήρια την δυνατότητα να υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο!
Ανοίγοντας, στην ουσία, ένα ευρύτερο θέμα: αν η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει αποσχιστεί από την Ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη, από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το παράγωγο Κοινοτικό (οδηγίες, κανονισμοί), που καθίσταται υποχρεωτικώς και Εθνικό Δίκαιο με το άρθρο 28 του Συντάγματος. Η επιστολή που έλαβε η πληρεξούσια δικηγόρος των συγγενών στην Θεσσαλονίκη, μετά την απόρριψη των εξηγήσεων που έδωσε στην Κομμισσιόν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, αναφέρεται σε «πιθανές παραβιάσεις διαφόρων νομικών πράξεων».
Έχει ως εξής:
«ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Διεύθυνση C – Χερσαίες Μεταφορές
C.4 – Ασφάλεια και διαλειτουργικότητα σιδηροδρόμων
Βρυξέλλες, 6 Μαΐου 2025
κα (…)
(…) Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Θέμα: Η καταγγελία σας CPLT(2024)01362 με ημερομηνία 29 Απριλίου 2024 κατά της Ελλάδας
Αξιότιμη κυρία…,
Αναφέρομαι στην καταγγελία σας της 29ης Απριλίου 2024 σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του Δικαίου της ΕΕ κατά την εκτέλεση της σύμβασης για την κατασκευή συστήματος ελέγχου και χειρισμού της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας στην σιδηροδρομική γραμμή Ἀθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας, η οποία πρωτοκολλήθηκε με τον αριθμό CPLT(2024)01362.
Θα ήθελα να σας ενημερώσω σχετικά με την πορεία της αξιολόγησής μας.
Η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να καταλήξει σε απόφαση είτε για αποστολή προειδοποιητικής επιστολής είτε για θέση στο αρχείο της καταγγελίας εντός της γενικής προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία καταχώρισης της καταγγελίας. (1)
Για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης της καταγγελίας σας χρειάζεται πρόσθετος χρόνος, διότι αναφέρεται σε πιθανές παραβιάσεις διαφόρων νομικών πράξεων από διαφορετικούς τομείς πολιτικής, γεγονός που την καθιστά πολύπλοκη και απαιτεί την αναζήτηση εμπειρογνωσίας από διαφορετικές υπηρεσίες της Επιτροπής.
Θα σας ενημερώσω αμέσως μόλις ολοκληρωθεί η εξέταση της καταγγελίας σας και ληφθεί απόφαση σχετικά με την συνέχεια που θα δοθεί.
Ερωτήσεις ή αιτήματα παροχής πρόσθετων πληροφοριών μπορούν να υποβληθούν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση: EC-CPLT-MOVE-C4@ec.europa.eu.
Σας ευχαριστούμε για την κατανόησή σας.
(1) Σημείο 8 του παραρτήματος της ανακοίνωσης με τίτλο «Δίκαιο της Εε: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα» [C(2016)8600 final της 21.12.2016]
Με εκτίμηση,
Joachim LUECKING
Προϊστάμενος Διοικητικής Μονάδας»
Γιατί αναφέρεται η Κομμισσιόν σε «πιθανές παραβιάσεις διαφόρων νομικών πράξεων»; Το αποκαλύπτουμε. Γιατί, μεταξύ άλλων, πλέον της παράλειψης του προδικαστικού ερωτήματος, υπάρχουν αντικρουόμενες αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Άλλες κρίνουν νόμιμες τις παρατάσεις της σύμβασης 717, μια το 2018 επί ΣΥΡΙΖΑ και μια το 2024 επί ΝΔ, και άλλες τις κρίνουν παράνομες. Αυτές που κρίνουν νόμιμες τις παρατάσεις έρχονται να ανατρέψουν εκείνες που τις έκριναν αρχικώς παράνομες!
Και σε αυτές που τις έκριναν νόμιμες απουσίασαν συμπτωματικώς κατά την λήψη τους, δηλώνοντας ασθένεια, οι Γενικοί Επίτροποι που τις είχαν κηρύξει παράνομες. Γιατί; Διότι δεν ήθελαν ούτε να εκτεθούν καταγράφοντας την μειοψηφία τους, αλλά ούτε και να έρθουν με την διαφωνία τους σε σύγκρουση με την ηγεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν οι εξής αποφάσεις:
- Πράξη 112/2018 (Ε Κλιμάκιο), η οποία απορρίπτει αίτημα της ΕΡΓΟΣΕ για συμπληρωματική σύμβαση για την τηλεδιοίκηση με την φράση «κωλύεται η υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης του έργου τηλεδιοίκησης».
- Απόφαση του Τμήματος VI του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 20/4/2018, η οποία απορρίπτει αίτημα της ΕΡΓΟΣΕ να ανακληθεί η πράξη με την φράση «απορρίπτει, δεν ανακαλεί».
- Απόφαση 1314 της Μείζονος Ολομελείας, η οποία δικαιώνει την ΕΡΓΟΣΕ χωρίς υποβολή προδικαστικού ερωτήματος.
- Απόφαση 539/2024, Έβδομο Τμήμα Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία δικαιώνει την ΕΡΓΟΣΕ. Xωρίς προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επίσης. Από την σύνθεση απουσιάζει ο Γενικός Επίτροπος Επικρατείας! Στις διάφορες νομικές πράξεις θα μπορούσε να ενταχθεί, ενδεχομένως, και τυχόν ανεπίσημη ηλεκτρονική αλληλογραφία αναρμοδίου μέλους της Κυβέρνησης –όχι του Υπουργείου Μεταφορών– με την ΕΡΓΟΣΕ, με αίτημα την παράταση της σύμβασης 717. Υπενθυμίζουμε τι γράφαμε πριν ακριβώς έναν χρόνο, όταν η Κυβέρνηση και ο Άρειος Πάγος έμαθαν θορυβημένοι την προσφυγή στην Κομμισσιόν με επιχείρημα την έλλειψη προδικαστικού ερωτήματος.
«Η αναστάτωση που προεκλήθη σε Κυβέρνηση και Δικαιοσύνη φαίνεται ότι είναι τόσο μεγάλη, ώστε εκτάκτως την περασμένη Δευτέρα 13 Μαΐου ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Σκιαδαρέσης εξέδωσε επείγουσα εγκύκλιο με οδηγίες για το πότε τα ελληνικά δικαστήρια υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Εγκύκλιος η οποία, πλην της Προέδρου του Αρείου Πάγου κυρίας Ιωάννας Κλάπα, κοινοποιήθηκε στον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη και στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, στον “Θεματικό σχηματισμό υποθέσεων της ΕΕ και των δικαστηρίων της”, ο οποίος… συμπτωματικώς θα κληθεί να απαντήσει στην καταγγελία-προσφυγή της Μαρίας Καρυστιανού στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή!»
Η πλούσια σε νομολογία, και όντως καλοδιατυπωμένη, εγκύκλιος του κ. Σκιαδαρέση έχει, όπως προκύπτει από προσεκτική ανάγνωσή της, έναν διπλό στόχο: Ο πρώτος είναι κανονιστικός. Να δείξει ότι οι Έλληνες δικαστές είναι ελεύθεροι και παροτρύνονται να υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ. Το γεγονός ότι αναθεωρεί πλήρως πρόσφατη εγκύκλιο του ΑΠ της 9ης/2/2024, που όριζε ότι μόνον ο Άρειος Πάγος, το ΣτΕ και το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορούν να υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ, ενώ τώρα δίδεται αυτό το δικαίωμα «σε οποιοδήποτε δικαστήριο της χώρας μετά από αίτηση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών», δείχνει πόσο βαρειά εκτεθειμένη είναι η Ελλάς στην Κομμισσιόν και στο ΔΕΕ, μετά την καταγγελία Καρυστιανού για τα Τέμπη.
Ο δεύτερος στόχος, όμως, της εγκυκλίου μοιάζει φωτογραφικός. Αφορά στην υπόθεση των Τεμπών. Όταν το αίτημα Καρυστιανού περί υπεροχής του Κοινοτικού Δικαίου έναντι των εθνικών κανόνων διατυπώνεται για να κριθεί η παράνομη επέκταση των συμβάσεων της σύμβασης 717, που χρηματοδοτούνται αποκλειστικώς από ευρωπαϊκούς πόρους, τι νόημα έχει να επισημαίνει ο Άρειος Πάγος στην εγκύκλιο ότι «το ΔΕΕ είναι αρμόδιο να ερμηνεύσει το Ενωσιακό Δίκαιο, και όχι να αποφανθεί επί της ερμηνείας εθνικών νομοθετικών διατάξεων, ούτε επί του ζητήματος ΚΑΤΑ ΠΟΣΟΝ ΤΕΤΟΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΥΜΒΙΒΑΖΟΝΤΑΙ Με Το ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ»; Αν δεν είναι απάντηση αυτή στην καταγγελία Καρυστιανού, τότε τι είναι; Και, αν ήταν έτσι όπως τα λέει ο έγκριτος αντιεισαγγελεύς, πως το ΔΕΕ έκρινε ασύμβατο το Ελληνικό Σύνταγμα με το Ενωσιακό Δίκαιο στην υπόθεση του βασικού μετόχου; Και ποιο το νόημα της ύπαρξης του άρθρου 28 του Συντάγματος; Η εγκύκλιος απαντά εμμέσως στην καταγγελία Καρυστιανού, όταν απαριθμεί πότε, κατά την άποψη του Αρείου Πάγου, ένα εθνικό δικαστήριο δεν υποχρεούται, πότε απαλλάσσεται να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα. Ανάμεσα στις περιπτώσεις που αναφέρει περιοριστικά ορίζει ότι το εθνικό δικαστήριο είναι περίπου καλυμμένο, όταν δεν υποβάλλει προδικαστικό ερώτημα, εφ᾿ όσον «αιτιολογεί ειδικά την εκτίμηση του αυτή που πρέπει να προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης».
Πράγμα το οποίο στην επίμαχη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που προσβάλλει η Μαρία Καρυστιανού, υπάρχει. Αναπτύσσεται αιτιολόγηση με την φράση ότι ο κανονισμός της ΕΕ είναι «μη προβλέψιμη επιγενόμενη περίσταση». Πως τώρα το «δίκαιο» της ΕΕ βαπτίζεται «περίσταση» είναι ένα θέμα.
Η προσφυγή-βόμβα της Καρυστιανού
Γράφαμε επίσης πέρυσι:
«Προσφυγή-βόμβα κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας όπως αυτή εκπροσωπείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, με αίτημα την παραπομπή και καταδίκη της Ελλάδος από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση του Ενωσιακού Δικαίου, υπέβαλε στις 29 Απριλίου η πρόεδρος του Συλλόγου Θυμάτων Τεμπών Μαρία Καρυστιανού. Έκπληκτη ανακάλυψε μέσα στην εορταστική ανάπαυλα του Πάσχα ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, υπουργοί και ανώτατοι παράγοντες του ΟΣΕ αισθάνονται ότι “έχουν δέσει τον γάιδαρό τους”, είναι ασφαλείς και δεν υπάρχει λόγος να άγχονται με τα αιτήματα της Ευρωπαίας Εισαγγελέως Λάουρα Κοβέσι για ποινική δίωξή τους, λόγω παράνομων και καταχρηστικών παρατάσεων της επίμαχης σύμβασης-σκάνδαλο 717 (τηλεδιοίκηση). Και τούτο, διότι παλαιότερη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, του 2018, για την σύμβαση 717 έκρινε νόμιμες τις πρώτες αυτές παρατάσεις προς όφελος ελληνικών και γαλλικών εταιρειών, κορυφαία στελέχη των οποίων κλήθηκαν προσφάτως σε απολογία από την Ευρωπαία Εισαγγελέα. Έτσι, υπουργοί, τα ονόματα των οποίων έχουν δοθεί στην δημοσιότητα, αλλά και νυν υπουργοί του Μεγάρου Μαξίμου, που φέρονται ότι έστειλαν αναρμοδίως επιτακτικά e-mails στην διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ, με αίτημα την σκανδαλώδη έγκριση νέας παράτασης της σύμβασης (αλλά τα ονόματά τους δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστά), ανακουφίστηκαν στο άκουσμα της ύπαρξης αυτής της απόφασης. Και τούτο, διότι η συγκεκριμένη απόφαση της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τον αριθμό 1314/18, κρίνοντας νόμιμες τις παρατάσεις ολοκλήρωσης της σύμβασης 717, εξουδετερώνει το επιχείρημα περί παράνομων παρατάσεων της Κοβέσι και ακυρώνει κάθε απόπειρα παραπομπής υπουργών στο Ειδικό Δικαστήριο, με βάση το άρθρο 86 του Συντάγματος».
Όπως τόνισε στην «ΕτΚ» η Μαρία Καρυστιανού, «σύμφωνα με όσα μου εξήγησαν οι νομικοί παραστάτες μου, η καταγγελία που υπέβαλα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί το πρόσφορο μέσο για να φθάσει η υπόθεση των Τεμπών στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μόνο αρμόδιο όργανο για να αποφανθεί και για τα ακανθώδη προβλήματα που δημιουργεί το άρθρο 86 του Συντάγματος στην εφαρμογή του Ενωσιακού Δικαίου». Και πρόσθεσε: «Είμαι κυριολεκτικά συγκλονισμένη από την αποκάλυψη ότι η πιο αθέατη –καί γι᾿ αυτό πιο επικίνδυνη– υπεράσπιση του εγκλήματος των Τεμπών μπορεί να προκύψει από την επίκληση της 1314/2018 απόφασης της Μείζονος Επταμελούς Σύνθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου».
Η βάση της καταγγελίας προσφυγής Καρυστιανού στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εδράζεται σε πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως επί ομοειδών περιπτώσεων, είναι η παράλειψη του Ελεγκτικού Συνεδρίου να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως πριν κρίνει τις παρατάσεις της σύμβασης 717 νόμιμες. Παράλειψη για την οποία καταδικάστηκε η Ελλάς για την υπόθεση Γεωργίου προσφάτως, καθώς τότε και ο Άρειος Πάγος δεν απετάθη ως όφειλε, όπως εκρίθη, στο ΔΕΕ, πριν εκδικάσει την πολύκροτη υπόθεση της αλλοίωσης του ελλείμματος του 2009. Αλλά και η Γαλλική Δημοκρατία στο παρελθόν καταδικάστηκε πλειστάκις από το Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ενώσεως, επειδή η Δικαιοσύνη της «αμέλησε» να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα για μείζονες δικαστικές υποθέσεις.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο δίκασε ως δικαστήριο στον τελευταίο βαθμό την υπόθεση της νομιμότητας ή της παρανομίας της παροχής παρατάσεων στην σύμβαση 717, ερμήνευσε, χωρίς να ρωτήσει το ΔΕΕ, ότι κοινοτικός κανονισμός που ετέθη σε εφαρμογή εκείνη την εποχή αποτελεί «μη προβλέψιμη επιγενόμενη περίσταση», που δικαιολογεί «την ολοκλήρωση της αρχικής εργολαβίας» με παρατάσεις. Οι οποίες θεωρήθηκαν τότε νόμιμες.
Η προσφυγή-καταγγελία της Μαρίας Καρυστιανού, η οποία αλλάζει την εικόνα (η Ευρωπαία Εισαγγελεύς επανακτά την πρωτοβουλία των κινήσεων), σήμανε συναγερμό τόσο στην Κυβέρνηση όσο και στην Δικαιοσύνη. Άπαντες γνωρίζουν από τους αριθμούς, και όχι από την πρόσφατη υπόθεση Γεωργίου μόνον, ότι η Ελλάς είναι ασύλληπτα εκτεθειμένη από τις παραλείψεις της Δικαιοσύνης να θέτει προδικαστικά ερωτήματα για δημόσιες συμβάσεις που αφορούν σε διαχείριση κοινοτικού χρήματος, και για αυτό είναι σφόδρα πιθανή η καταδίκη της Ελλάδος για το εν λόγω θέμα από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Κατά συρροήν.
Ο πρώην Πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως καθηγητής Βασίλης Σκουρής επεσήμανε έναν ακριβώς χρόνο πριν, στις 23/5/2023, με άρθρο του στην «Καθημερινή», ότι από τις 546 προδικαστικές παραπομπές που κατατέθηκαν στο ΔΕΕ το 2022 μόνον τέσσερεις (4) προήλθαν από την Ελλάδα! «Στην πρωτοπορία βρίσκεται η Γερμανία με 98 παραπομπές, ακολουθούν η Ιταλία με 63, η Βουλγαρία(!) με 43, η Ισπανία με 41, η Πολωνία με 39, ενώ σε αντίστοιχα με την Ελλάδα επίπεδα κινούνται η Δανία, η Εσθονία και η Λετονία».
Πηγή: Εστία της Κυριακής