Το θέμα της ανασυγκρότησης του θεσσαλικού κάμπου μετά τις καταστροφικές πλημμύρες Daniel και Elias έχει μπει για τα καλά στην καθημερινή ατζέντα επιστημόνων και φορέων παράλληλα με το έργο της Ολλανδικής εταιρείας HVA International που κλήθηκε από την κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο για να παρέχει τεχνογνωσία και να καταθέσει ένα σχέδιο για την αποφυγή παρόμοιας έκτασης καταστροφών στο μέλλον.
Χθες πραγματοποιήθηκε στο Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο από το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, εκδήλωση με τίτλο «Η Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες: Μια πρώτη αποτίμηση».
Στην εκδήλωση μίλησαν και ανέπτυξαν τις προτάσεις τους για την επόμενη μέρα στη Θεσσαλία διακεκριμένοι επιστήμονες όπως ο μετεωρολόγος και Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, κ. Κώστας Λαγουβάρδος, ο Καθηγητής Γεωργικής Υδραυλικής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κ. Νικόλαος Δέρκας και ο Γεωπόνος και πρ. Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, κ. Χρίστος Τσαντήλας.
Τα άμεσα και μακροπρόθεσμα μέτρα για το έδαφος
Μετά την απώλεια ανθρώπινων ζωών, την αστεγία εκατοντάδων πλημμυροπαθών και την καταστροφή των καλλιεργειών και ολόκληρων κοπαδιών, το αμέσως κρίσιμο ζητούμενο για το θεσσαλικό κάμπο είναι τι γίνεται με το έδαφος καθώς από αυτό εξαρτάται το οικονομικό, διατροφικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της Θεσσαλίας.
Ένας από τους πλέον αρμόδιους για το θέμα, με εμπειρία δεκαετιών είναι ο κ. Τσαντήλας ο οποίος χθες ανέφερε πως οι πρόσφατες πλημμύρες, ανάλογα με τη θέση των περιοχών σε σχέση με τα υδάτινα ρεύματα, προκάλεσαν όλων των μορφών τις διαβρώσεις (απλή επιφανειακή, αυλακοειδή, χαραδρωτική μέχρι και μαζική μετακίνηση εδαφικών μαζών μεγάλης έκτασης) με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να έχει αλλάξει από ελαφρά έως ριζικά η μορφή του τοπίου.
“Στη δεύτερη περίπτωση που η κατάκλιση των εδαφών διήρκεσε από μερικές ημέρες έως μήνες και θα συνεχίσει επί χρόνια, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ σοβαρές, αλλά το είδος και οι έκτασή τους απαιτεί ειδική στοχευμένη μελέτη” πρόσθεσε.
Σχετικά με την επόμενη μέρα για τα εδάφη τόνισε ότι επειδή υπάρχει πολύ μεγάλη ετερογένεια, οι γενικεύσεις με οριζόντιο χαρακτήρα δεν είναι ρεαλιστικές, ενώ για τα μέτρα αποκατάστασης ο κ. Τσαντήλας ανέφερε ότι αυτά διαχωρίζονται σε επίπεδα και επικλινή εδάφη και πρέπει να διακριθούν σε μικρής κλίμακας που μπορούν να αντιμετωπιστούν από τον ίδιο τον παραγωγό και μεγάλης κλίμακας, τα οποία μπορούν να ληφθούν και εφαρμοστούν από την Πολιτεία.
Σχετικά με τα άμεσα μέτρα για τις επίπεδες εκτάσεις πρότεινε την αποστράγγιση των πλημμυρισμένων εκτάσεων με ειδική μνεία στη λίμνη Κάρλα, η αποστράγγιση της οποίας αποτελεί ένα “τεράστιο και δύσκολο” πρόβλημα που πρέπει να λυθεί και η απογραφή των καταστροφών μέσω μιας αναγνωριστικής εδαφολογικής μελέτης με τη χρήση σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης και εργασιών πεδίου.
Για τις επικλινείς εκτάσεις τόνισε πως πρέπει να γίνει άμεση καταγραφή αυτών που επηρεάστηκαν και ενημέρωση παραγωγών για κινδύνους ατυχημάτων με σήμανση των επικίνδυνων θέσεων.
Στα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα ο κ. Τσαντήλας ανέφερε τη δημιουργία νέου επικαιροποιημένου εδαφολογικού χάρτη, την οριοθέτηση και αξιολόγηση της Γεωργικής Γης, τον σχεδιασμό της γεωργικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και των αποφάσεων του ΟΗΕ για τους 17 στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης, την δημιουργία αγροκλιματικών ζωνών και αναδιάρθρωση καλλιεργειών.
Αντίστοιχα μέτρα με μακροπρόθεσμο ορίζοντα παρουσιάστηκαν λίγα 24ωρα νωρίτερα στη Λάρισα και από την Greenpeace.
“Έχουμε δύο επιλογές: αλλάζουμε ή βουλιάζουμε”
Μόλις δύο μέρες πριν την εκδήλωση στο Χατζηγιάννειο, το ελληνικό γραφείο της Greenpeace
παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στο JOIST Innovation Park, προκειμένου να παρουσιάσει της προτάσεις του Οργανισμού για την ανασυγκρότηση του Θεσσαλικού κάμπου.
“Ενώ εκατοντάδες συμπολίτες μας υφίστανται ακόμα τις συνέπειες των καταστροφών, απουσιάζει ηχηρά τόσο η ολοκληρωμένη καταγραφή των ζημιών και η άμεση στήριξη των πληγέντων όσο και ένας τολμηρός σχεδιασμός για την αναγέννηση της περιοχής με έμφαση στη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα στο θεσσαλικό κάμπο. Η κλιματική κρίση μπήκε στις αυλές, στα σπίτια και στα χωράφια μας. Αυτό που συνέβη στη Θεσσαλία θα συνεχίσει να συμβαίνει, με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση. Έχουμε δύο επιλογές: αλλάζουμε ή βουλιάζουμε. Οφείλουμε να μετατρέψουμε μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές που έχει βιώσει η χώρα μας σε μία ευκαιρία για την οικοδόμηση ενός καλύτερου σήμερα ώστε να υπάρχει ζωή και αύριο”, δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου η υπεύθυνη της εκστρατείας για τη βιώσιμη γεωργία στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, κα Έλενα Δανάλη.
Η κα Δανάλη μαζί με τον γεωπόνο και επιστημονικό σύμβουλο της Greenpeace, κ. Ηλία Κάνταρο, παρουσίασαν τις προτάσεις του Οργανισμού για την επόμενη μέρα στη Θεσσαλία ξεκινώντας αρχικά από την επείγουσα αποκατάσταση των πληγέντων παραγωγών προτείνοντας τέσσερα μέτρα: Τον επιτόπιο έλεγχο μαζί με την καταγραφή και δημοσιοποίηση των ευρημάτων, τις αναλύσεις σε έδαφος και νερό, για κάθε παραγωγό την καλλιέργεια ψυχανθών και προσθήκη οργανικής ουσίας για αύξηση της γονιμότητας του εδάφους και την απαγόρευση της μαζικής και αλόγιστης χρήσης φυτοφαρμάκων, για προστασία του υδροφόρου ορίζοντα και των εναπομείναντων ωφέλιμων οργανισμών.
Στη συνέχεια ανέλυσαν τους δέκα άξονες προτεραιότητας για την αναγέννηση της αγροτικής παραγωγής στις πληγείσες περιοχές, με επίκεντρο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροτικών συστημάτων και την προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί, όπως αναφέρουν, στην προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες, μέσα από προώθηση αγρο-οικολογικών και φιλο-περιβαλλοντικών γεωργικών πρακτικών.
Συγκεκριμένα οι 10 άξονες αφορούν την προώθηση αγροοικολογικών, φιλοπεριβαλλοντικών και γεωργικών πρακτικών, να δοθούν κίνητρα και ουσιαστική στήριξη σε παραγωγούς για να εφαρμόσουν αγρο-οικολογικές πρακτικές, την σωστή διαχείριση των υδατικών πόρων, την δραστική μείωση χημικών για υγιές έδαφος, την απεξάρτηση από λιπάσματα και προώθηση καλλιεργητικών πρακτικών για την αύξηση της γονιμότητας του εδάφους, να δοθεί προτεραιότητα στην παραγωγή τροφής για ανθρώπους, να γίνει ριζική αλλαγή κτηνοτροφικού μοντέλου, να ενισχυθεί η μελισσοκομία, να δοθεί έμφαση στη συνεργασία, συμμετοχή και διαφάνεια και τέλος να υπάρξει διατροφική κυριαρχία.
Η Greenpeace είχε και ένα μήνυμα για τη κυβέρνηση καλώντας της να δεσμευτεί ότι θα προχωρήσει άμεσα στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων για την άμεση ανακούφιση και αποκατάσταση των πληγέντων, την αναγέννηση της αγροτικής παραγωγής στη Θεσσαλία με έμφαση στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας και την προστασία της βιοποικιλότητας και την επέκταση του νέου παραγωγικού μοντέλου σε ολόκληρη τη χώρα στα πλαίσια ολοκληρωμένης εθνικής αγροδιατροφικής πολιτικής που στοχεύει στη στροφή της ελληνικής γεωργίας σε μοντέλο βιώσιμο, δίκαιο και ανθεκτικό στα νέα κλιματικά δεδομένα.
Αυτό που σίγουρα έκανε η κυβέρνηση πάντως τις μέρες μετά τις καταστροφικές πλημμύρες ήταν να αναθέσει στην HVA τη σύνταξη ενός σχεδίου για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας. Μάλιστα κάποιες από τις συστάσεις των ολλανδών διέρευσαν πρόσφατα σε κυριακάτικη εφημερίδα.
Μ. Γκουζούρης: Όλα στον “αέρα” μέχρι να έχουμε το υδρολογικό μοντέλο
“Ότι έχουμε τώρα είναι στον αέρα” δήλωσε στη larissanet ο Έλληνας διευθύνων σύμβουλος της HVA Μιλτιάδης Γκουζούρης σχετικά με τις εισηγήσεις της εταιρείας οι οποίες είδαν το φως της δημοσιότητας την προηγούμενη Κυριακή στην εφημερίδα Καθημερινή.
Ο κ. Γκουζούρης, τονίζει ότι δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο μέχρι να ολοκληρωθεί το υδρολογικό μοντέλο που θα προβλέπει τα ακριβή μέτρα για κάθε πρόβλημα. Αυτή τη στιγμή όπως μας είπε, ετοιμάζεται το τελικό masterplan το οποίο αναμένεται να παραδοθεί στην κυβέρνηση τον Φεβρουάριο ολοκληρώνοντας μια διαδικασία που ξεκίνησε αμέσως μετά τις πλημμύρες.
Όπως αναφέρει ο κ. Γκουζούρης το πρώτο που έκανε η ομάδα του μόλις ήρθε στη Θεσσαλία ήταν να ξεκινήσει το fact finding. Δηλαδή να εντοπίσουν τα γεγονότα, να μάθουν τι ισχύει με τα φράγματα, τα αναχώματα και στη συνέχεια να ετοιμάσουν την πρώτη έκθεση τους.
Ο CEO της εταιρίας φέρνει ένα παράδειγμα σχετικά με το σκεπτικό για τα μέτρα που μπορεί να προτείνουν: “Αν σε μια περιοχή η ποσότητα νερού που αντέχεται είναι 100 και πέσουνε 200 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού αυτό σημαίνει ότι κάπου πρέπει να διοχετεύσουμε αυτόν τον περιβάλλοντα όγκο. Άρα κοιτάζουμε τι μπορούμε να κάνουμε. Ένα δεδομένο για παράδειγμα είναι να χτίσουμε ένα ανάχωμα 10 μέτρα πιο ψηλό, ένα άλλο θα ήταν να φτιάξουμε μια δεξαμενή, ένα φράγμα φερ’ ειπείν για να κρατήσουμε αυτή την ποσότητα. Κάπως έτσι σχεδιάζουμε τα διάφορα σενάρια”.
Στη συνέχεια προσθέτει για την κοστολόγηση: «Ας πούμε για παράδειγμα ότι θα φτιάξουμε ένα ανάχωμα 10 μέτρα ψηλότερο με τόσα κυβικά τσιμέντου κτλ και κοστίζει φερ’ ειπείν ένα εκατομμύριο. Τι σημαίνει αν αφήσουμε να πλημμυρίσουν τα χωράφια δίπλα; 1.000 στρέμματα πλημμυρίζουνε, τί αποζημίωση πρέπει να δώσουμε για τον κόσμο αν γίνει αυτό; 100 χιλιάδες ευρώ για παράδειγμα. Άρα ίσως συμφέρει να μην φτιάξουμε ένα ανάχωμα και συμφέρει να πλημμυρίζουμε τα χωράφια και να αποζημιώνουμε τους ανθρώπους, 10 φορές που μπορεί να γίνει αυτό στα 60 χρόνια. Δηλαδή γίνεται μία μελέτη κόστους – οφέλους στην πορεία με τα μέτρα που προτείνονται για να δούμε τελικά ποια είναι τα πιο ρεαλιστικά μέτρα, αυτά που συμφέρουν πιο πολύ και που θα οδηγήσουν σε προφύλαξη της περιοχής».
Η αντιπλημμυρική θωράκιση που αναφέρει ο κ. Γκουζούρης είναι το ένα σκέλος. Το δεύτερο αφορά την αντιμετώπιση του «μεγάλου προβλήματος στην περιοχή» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, που είναι η λειψυδρία. «Υπάρχει καταρράκωση του υδροφόρου ορίζοντα και υπεράντληση υδάτων. Αυτό είναι πρόβλημα. Άρα θα προτείνουμε και λύσεις το πώς θα μπορέσουν οι καλλιέργειες αυτές να έχουν τις ποσότητες νερού που χρειάζονται. Παράλληλα εξετάζουμε τη δημιουργία του Οργανισμού που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός, του φορέα υδάτων που θα έχει την κεντρική διαχείριση τόσο για τα φαινόμενα της πλημμύρας για την αντιμετώπισή τους όσο και για το κομμάτι της άρδευσης. Δηλαδή να μην υπάρχει η αρμοδιότητα μοιρασμένη σε 50 διαφορετικές πλευρές αλλά ένας κεντρικός φορέας που θα τα ελέγχει όλα».
Σχετικά με την σύσταση για την αποφυγή των μεγάλων φραγμάτων που ανέφερε η εφημερίδα επικαλούμενη την έκθεση των Ολλανδών και προβλημάτισε αρκετούς στη Θεσσαλία μόλις έγινε γνωστή η είδηση, ο κ. Γκουζούρης διευκρινίζει πως δεν συμφωνεί με τον τίτλο του ρεπορτάζ επισημαίνοντας ωστόσο πως η κατασκευή φραγμάτων με ένα κόστος πάρα πολλών εκατομμυρίων ευρώ είναι ένα σενάριο “κοστοβόρο και μη ρεαλιστικό”, τονίζοντας παράλληλα πως τα όποια μέτρα προταθούν θα εξαρτηθούν από το υδρολογικό μοντέλο.
Έχοντας βέβαια μελετήσει την κατάσταση, η ομάδα του κ. Γκουζούρη διαπίστωσε κάποια πράγματα και παθογένειες που χρήζουν βελτίωσης. Αυτά όπως μας λέει έχουν να κάνουν με την ανεπαρκή συντήρηση των υφιστάμενων δομών, τον κατακερματισμό αρμοδιοτήτων και τον κακό συντονισμό την ώρα της κρίσης. «Για να λέμε και τα θετικά, αυτό που λειτούργησε στις πλημμύρες ήταν ο κρατικός μηχανισμός όπως η πυροσβεστική και ο στρατός που δούλεψαν κάτω από αντίξοες συνθήκες για να σώσουν ανθρώπινες ζωές.
Για την επόμενη μέρα ο κ. Γκουζούρης εστιάζει στην παράδοση του masterplan και τις προτάσεις που θα εμπεριέχει τονίζοντας ωστόσο πως ένα τέτοιο πρόβλημα δεν λύνεται σε μερικούς μήνες. «Στην Ολλανδια φέρ’ ειπείν από την περίοδο που έγιναν οι μεγάλες πλημμύρες πέρασαν 20 χρόνια για να υλοποιηθούν τα έργα. Το πρόβλημα όμως λύνεται ενδιάμεσα, χρόνο με τον χρόνο και τον 20ο θωρακιζόμαστε ακόμα πιο πολύ. Δεν είναι ένας διακόπτης. Σιγά σιγά γίνονται οι εργασίες».
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET Του Κωνσταντίνου Κοντοκώστα