Η έρευνα έδειξε ότι το ευρέως συνταγογραφούμενο παυσίπονο δικλοφενάκη, έχει συνδεθεί με 50% αυξημένο κίνδυνο καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού επεισοδίου, ακόμη και σε χαμηλές δόσεις.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης αυξημένους κινδύνους καρδιακής ανεπάρκειας και ακανόνιστου καρδιακού παλμού σε όλες τις ηλικίες τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες.
Η δικλοφενάκη, η οποία ήταν διαθέσιμη χωρίς ιατρική συνταγή, επαναταξινομήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο ως συνταγογραφούμενο φάρμακο λόγω σοβαρών ανησυχιών για τις παρενέργειές του. Η αλλαγή έγινε τον Ιανουάριο του 2015 από τον Οργανισμό Ρύθμισης Φαρμάκων και Προϊόντων Υγείας, ο οποίος επικαλέστηκε έναν «μικρό αλλά αυξημένο» κίνδυνο καρδιακών προβλημάτων.
Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν πάνω από έξι εκατομμύρια άνθρωποι, θεωρείται η μεγαλύτερη του είδους της, και συσχέτισε το φάρμακο με «σημαντικά καρδιαγγειακά συμβάματα».
Ο καρδιολόγος Morten Schmidt από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Aarhus της Δανίας τόνισε τους καρδιαγγειακούς κινδύνους της δικλοφενάκης σε σύγκριση με τη μη χρήση, την παρακεταμόλη και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση BMJ, ο Δρ. Schmidt υποστηρίζει την πρόσβαση στη δικλοφενάκη μόνο με ιατρική συνταγή, και υπογραμμίζει την ανάγκη σαφών προειδοποιήσεων στη συσκευασία.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι χρήστες της δικλοφενάκης, αντιμετωπίζουν περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την καρδιά.
Οι ασθενείς που χρησιμοποιούσαν δικλοφενάκη είδαν μια εντυπωσιακή αύξηση κατά 50% στα ποσοστά επιπλοκών υγείας μετά από μόλις 30 ημέρες σε σύγκριση με εκείνους που δεν έπαιρναν κανένα φάρμακο.
Επιπλέον, καταγράφηκε αύξηση 20% συγκριτικά με τους χρήστες ιβουπροφαίνης ή παρακεταμόλης και μια ανησυχητική αύξηση 30% συγκριτικά με τα άτομα που έπαιρναν ναπροξένη.
«Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε τον πιθανό κίνδυνο για την υγεία από τη δικλοφενάκη και να μειώσουμε τη χρήση της» λένε οι ερευνητές.
Οι ερευνητές του Τμήματος Κλινικής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Ώρχους της Δανίας, μελέτησαν στοιχεία για περισσότερα από 6,3 εκατομμύρια άτομα, συγκρίνοντας όσους είχαν πάρει δικλοφενάκη (μέση ηλικία 46 ετών) με όσους είχαν πάρει παρακεταμόλη, άλλα μη συνταγογραφούμενα παυσίπονα ή κανένα παυσίπονο.
Διαπιστώθηκε αυξημένη συχνότητα σοβαρών καρδιαγγειακών περιστατικών μεταξύ όσων είχαν πάρει δικλοφενάκη επί ένα μήνα. Τα προβλήματα περιλάμβαναν εμφάνιση καρδιακής αρρυθμίας, καρδιακής ανεπάρκειας, ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου, εμφράγματος, πρόωρου θανάτου καρδιαγγειακής αιτιολογίας και γαστρεντερικής αιμορραγίας. Ο αυξημένος κίνδυνος υπάρχει και για τα δύο φύλα ανεξαρτήτως ηλικίας, ενώ ισχύει ακόμη και για χαμηλές δόσεις του φαρμάκου.