«Πέρυσι τέτοια μέρα κερδίσαμε τις εκλογές αλλά εγώ είχα το νου στη μάνα μου γιατί ήταν άρρωστη και δεν μπορούσα να πάω. Πέθανε Νοέμβρη. Με πήρε λοιπόν η μάνα μου να γκρινιάξει γιατί το πρωί μίλησα στην ΕΡΤ1 και δεν της είπα να δει. Καλά ρε μάνα βγαίνω ένα σωρό σήμερα το ξέχασα να στο πω.
Παιδάκι μου εγώ η μάνα σου, θέλω να βλέπω τον καθηγητή να μιλάει. Και έφυγες αγόρι μου μικρός, δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα. Σαν να μην ήμουνα μάνα σου ένοιωσα όταν έφυγες μικρός.
Δεν έκανες τίποτα ε; Να σου θυμίσω μια ιστορία;
Ναι παιδί μου για πες μου.
Μάνα ήταν 1989 και μάζευα τα χρήματα να φύγω Αμερική. Θυμάσαι;
Ξεχνιούνται αυτά παιδί μου;
Έρχομαι και σου λέω: μάνα δεν μπόρεσα να συμπληρώσω και μου λείπουν 35.000 δρχ. Έχεις; Υπόψιν ότι δεν είχα ζητήσει λεφτά πότε από τη μάνα μου.
Φεύγει λίγο και ξαναγυρίζει. Έχω το ακριβό μου δαχτυλίδι. Πάρτο πήγαινε πουλά το
Δεν έχω άλλα.
Το πήρα και πήγα σε μια πλούσια οικογένεια της Πάτρας να το πουλήσω. Χτύπησα την πόρτα και είπα στην κυρία που δεν ζει πια ( η κόρη της ίσως γνωρίζει και με παρακολουθεί ) ότι έτσι και έτσι.
Μου λέει: παιδί μου σας ξέρω και ξέρω τι πάθατε τα τελευταία χρόνια. Πάρε τα χρήματα και πάτε και το δαχτυλίδι να το δώσεις στη μανούλα σου και να της πεις ότι την υπεραγαπώ.
Έφυγα πήγα σπίτι και σου τα είπα, θυμάσαι. Λοιπόν εκείνο τα δαχτυλίδια με έχει στοιχειώσει. Κάθε φορά που είναι να κάνω κάτι , λέω από μέσα μου: ρε κάντο τσάμπα θυμάσαι το δαχτυλίδι ;
Μάνα αυτό μου έδωσες και πολλά άλλα άρα όταν λένε οι άλλοι κύριε καθηγητά εσύ ξέρεις τι θα λες ε; Παιδάκι μου εγώ τι έκανα ;
Έκανες μάνα» …..