Οκτώ χρόνια φαίνεται ότι άντεξε η επένδυση της Πορτογαλικής ΒΑ στην υαλουργία Γιούλα καθώς όπως ενημέρωσε χθες η διοίκηση της εταιρείας τους εργαζόμενους το εργοστάσιο στο Αιγάλεω πρόκειται να κλείσει.
Σύμφωνα με την ελληνική έκδοση του Forbes, αιτία, για την απόφαση της διοίκησης είναι οι ζημιές που έχει συσσωρεύσει η εταιρεία τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό της εταιρείας το 2022 η Υαλουργία BA είχε κύκλο εργασιών 60,795 εκατ. ευρώ και εμφάνισε ζημιές προ φόρων 239 χιλιάδες ευρώ, ενώ το 2021 είχε κύκλο εργασιών 41,768 εκατ. ευρώ με ζημιές προ φόρων 2,163 εκατ. ευρώ. Παράλληλα η εταιρεία εμφάνιζε αρνητικά ίδια κεφάλαια ύψους 562 χιλιάδων ευρώ. Μεταξύ άλλων σε σχέση με τις προοπτικές η διοίκηση τόνιζε ότι οι δυσκολίες στον κλάδο των μεταφορών, η ενεργειακή κρίση καθώς και το χρηματοοικονομικό περιβάλλον που δραστηριοποιούμαστε καθιστά τις προβλέψεις για την εξέλιξη των δραστηριοτήτων μας συγκρατημένα αισιόδοξες καθώς οι προσπάθειες της διοίκησης εστιάζονται στην σταθεροποίηση και βελτίωση της πορείας των οικονομικών μεγεθών της εταιρείας μέσα σε ένα πρωτόγνωρο οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από μεγάλη πτώση της ζήτησης και αβεβαιότητα.
Στο εργοστάσιο του Αιγάλεω απασχολούνται περίπου 300 εργαζόμενοι στους οποίους προτάθηκε προκειμένου να προχωρήσει γρήγορα η εκκαθάριση να λάβουν διπλάσια αποζημίωση ώστε να υπογράψουν οικειοθελείς αποχωρήσεις.
Σημειώνεται ότι η πορτογαλική BA είναι ο δεύτερος υαλουργικός όμιλος στον κόσμο με εργοστάσια σε όλη την Ευρώπη, ενώ το εργοστάσιο της στο Αιγάλεω είναι το μοναδικό στην Ελλάδα που λειτουργεί πάνω από 70 χρόνια με προσωπικό που στην πλειοψηφία του εργάζεται στην επιχείρηση για τουλάχιστον 20 χρόνια.
Ιστορικό
Η ιστορική Γιούλα πέρασε στον έλεγχο της ΒΑ το 2016 όταν κάτω από την πίεση της κρίσης, του ακριβού δανεισμού αλλά και του υψηλού ενεργειακού κόστους η οικογένεια Βουλγαράκη έλαβε την απόφαση να προχωρήσει στην πώληση, με τη διαδικασία να ξεκινά με την πρόσκληση ενδιαφέροντος από την Citi. Η πρόσκληση της τράπεζας έφερε στο προσκήνιο το ενδιαφέρον από τρεις πιθανούς αγοραστές, με την πορτογαλική BA Vidro να παίρνει τελικά το χρίσμα. Μαζί με το εργοστάσιο στο Αιγάλεω τότε πουλήθηκαν και τα εργοστάσια παραγωγής γυάλινων φιαλών στη Βουλγαρία (Φιλιππούπολη, Σόφια) και Ρουμανία (Βουκουρέστι).
Η ιστορία της Γιούλα είναι αντιπροσωπευτική μιας άλλης εποχής στο βιομηχανικό επιχειρείν της χώρας. Η εταιρεία δημιουργήθηκε από δύο μικρασιάτες πρόσφυγες, τα αδέλφια Κυριάκο και Γιάννη Βουλγαράκη. Ο Κυριάκος, είχε μάθει τη δουλειά του υαλουργού δουλεύοντας ως εργάτης στη μοναδική βιομηχανία του κλάδου στην Ελλάδα που ανήκε στην οικογένεια Μποδοσάκη. Ωστόσο ο ίδιος θέλησε μετά τον πόλεμο να δοκιμάσει την τύχη του δημιουργώντας την περίοδο ανοικοδόμησης της χώρας, το 1947, μια μικρή αρχικά επιχείρηση – της οποίας το όνομα προήλθε από τη μητέρα των αδελφών Γεωργία – και η οποία εξελίχθηκε με την πάροδο των χρόνων σε ένα βαλκανικό βιομηχανικό κολοσσό με ετήσιο τζίρο 210 εκατ. ευρώ, 2500 εργαζόμενους, 8 εργοστάσια που προμηθεύουν επιχειρήσεις και καταναλωτές με πάνω από 2 δισεκατομμύρια τεμάχια υαλικών προϊόντων.
Η Γιούλα, εκτός από την ισχυρή θέση στην Ελλάδα, είχε φτάσει να ελέγχει το 80% της αγοράς στη Βουλγαρία, το 60% της αγοράς στη Ρουμανία ενώ υπό την ιδιοκτησία της οικογένειας Βουλγαράκη είχε σημαντικά μερίδια και στην Ουκρανία. Έτος σταθμός στην πορεία αυτή, πάντως, ήταν το 1985 όταν μετά από χρόνια επενδύσεων σε τεχνολογικό εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό η Yioula λαμβάνει τη θέση του ηγέτη στην ελληνική αγορά, ενώ η διεθνής επέκταση ξεκίνησε από τη Βουλγαρία το 1997. Το 2000 στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας εισέρχεται η Global Finance ενώ το 2003 πραγματοποιείται η εξαγορά εργοστασίου στη Ρουμανία. Το 2006 αποκτώνται 2 εργοστάσια στην Ουκρανία. Τον Απρίλιο του 2011 ολοκληρώθηκε η τελευταία εν Ελλάδι επένδυση της εταιρείας στο εργοστάσιο στο Αιγάλεω που περιλάμβανε την πλήρη ανακατασκευή και εκσυγχρονισμό του κλιβάνου, των τεσσάρων γραμμών παραγωγής και των άλλων εγκαταστάσεων, δυναμικότητας 450 εκατομμυρίων φιαλών το χρόνο. Οι γυάλινες συσκευασίες της εταιρείας – για αναψυκτικά, χυμούς, νερό, οινοπνευματώδη, κρασιά, μπύρες, τρόφιμα και φάρμακα- κατευθύνονται σε 30 συνολικά αγορές της Ευρώπης.
Η βιομηχανία, ως μια από τις πιο ενεργοβόρες εταιρείες του μεταποιητικού κλάδου, αντιμετώπιζε από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 σοβαρά προβλήματα εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους και είχε πρωταγωνιστήσει στις προσπάθειες των βιομηχανικών καταναλωτών ενέργειας για να μειωθούν τα κόστη αλλά και η ενεργειακή φορολογία και λοιπές επιβαρύνσεις.
Το 2012 μιλώντας στην εφημερίδα “Κεφάλαιο” κύκλοι της βιομηχανίας σημείωναν με νόημα “το ερώτημα δεν είναι γιατί βρίσκεται η εταιρεία στο εξωτερικό, το πραγματικό ερώτημα είναι γιατί να παραμένει στην Ελλάδα”.
πηγή; thetoc.gr