Μετακόμισε από τη Γλυφάδα στον Κονισκό για να φτιάξει οικολογική φάρμα με κότες

oikologiki-farma

Μετακόμισε από τη Γλυφάδα στον Κονισκό για να φτιάξει οικολογική φάρμα με κότες

Ο Νίκος Ευθυμίου εγκατέλειψε την Αθήνα και μετακόμισε σε ένα χωριό, στα Μετέωρα, όπου έχει φτιάξει φάρμα με κότες ελευθέρας βοσκής.

Οι ιστορίες των ανθρώπων που έφυγαν από την Αθήνα, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη και επιδιώκοντας μια ποιότητα ζωής, έχουν πάντα ενδιαφέρον. Όπως έχουμε κατά καιρούς δει ο Γιώργος εγκατέλειψε την Αθήνα για ένα μικρό χωριό της Καλαμπάκας, ο Νίκος από τη Νέα Ερυθραία έγινε αγρότης στην Ικαρία, μαθαίνοντας τα μυστικά από τον παππού του, ο Χρήστος επέλεξε να φύγει από τον Βύρωνα και να γίνει κτηνοτρόφος στην Ευρυτανία και ο Αντώνης πήρε την οικογένεια του για να γίνει μελισσοκόμος στη Φθιώτιδα.

Αυτή τη φορά η ιστορία του Νίκου Ευθυμίου είναι ένα ακόμα παράδειγμα για τους ανθρώπους που θέλουν να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα. Ο ίδιος μεγαλωμένος στη Γλυφάδα, χωρίς επιρροές και μνήμες από χωριό, είχε δημιουργήσει από τα γνωστότερα νυχτερινά μαγαζιά και ένα κατάστημα με εποχιακά είδη μέχρι που αποφάσισε, λόγω στενότητας, να μετακομίσει στην περιφέρεια -συγκεκριμένα σε ορεινό χωριό των Μετεώρων.

Έφτιαξε με πολλές δυσκολίες μια οικολογική φάρμα, την οποία επιθυμεί να μεγαλώσει περισσότερο ωστόσο δε βρίσκει ανθρώπους να επιθυμούν να εργαστούν σε χωριό και στον πρωτογενή τομέα.

Ο Νίκος Ευθυμίου εξηγεί γιατί εγκατέλειψε την Αθήνα

Πριν μετακομίσετε στην περιφέρεια, πώς ήταν η ζωή σας στην Αθήνα; Ποιες ήταν οι επαγγελματικές σας δραστηριότητες;

Ξεκίνησα, το 1981, φτιάχνοντας ένα πολύ μικρό μπαράκι κι το κράτησα για τρία χρόνια -πήγαινε πάρα πολύ καλά. Στη συνέχεια γνώρισα τον Μάκη Σαλιάρη, ήταν ο άνθρωπος που έφτιαξε την «Αυτοκίνηση», το μεγαλύτερο club της Αθήνας, και από το 1984 μέχρι το 2000 ασχολούμουν με νυχτερινά κέντρα. Κάναμε τα μεγαλύτερα μαγαζιά που έγιναν ποτέ -το τελευταίο μεγάλο μαγαζί που έκανα εγώ ήταν το «Camel» στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης. Πριν από αυτό ήταν το Club 22 -γενικότερα κάναμε 37 μαγαζιά.

Ταυτόχρονα είχα ανοίξει ένα μαγαζί στο Παγκράτι με εποχιακά είδη, το οποίο είχα μέχρι το 2019. Ωστόσο, από το 2004 έβλεπα ότι αυτή η δουλειά δεν πήγαινε πολύ καλά, είχα σταματήσει με τα νυχτερινά μαγαζιά κι άρχισαν να μη βγαίνουν τα «κουκιά». Οπότε έπρεπε κάτι να κάνω γιατί είχα πάρει και δάνεια.

Έτσι ξεκίνησαν οι πρώτες σκέψεις για να εγκαταλείψω την Αθήνα και να μετακομίσω, σε ένα χωριό, στα Μετέωρα αναζητώντας να κάνω κάτι διαφορετικό και να έχω ποιότητα ζωής.

Είστε από τα Μετέωρα και αποφασίσατε να μετακομίσετε στο χωριό;

Είμαι βέρος Αθηναίος, όπως και οι γονείς μου, και δεν είχα καμία ιδέα για το πώς είναι η ζωή στην περιφέρεια. Δεν είχα καν εικόνες από χωριό -ήξερα μόνο την Αράχωβα που ανέβαινε για φαγητό και για να κάνω σκι στον Παρνασσό.

Η καταγωγή της γυναίκας μου είναι από τα Μετέωρα και γνώρισα τον τόπο από το 2008 που παντρευτήκαμε. Όταν πήγα στο Κονισκό, ένα από τα 74 χωριά τον Μετεώρων, σκέφτηκα «Τι ωραία που έχουμε χωριό». Είδα ζώα, φύση και θαύμαζα όλο το τοπίο και την ηρεμία που υπήρχε στο χωριό. Από το 2008 άρχισε να καλλιεργείται στο μυαλό μου η ιδέα να μετακομίσω στην περιφέρεια και να ασχοληθώ με κάποιο αγροτικό επάγγελμα. Πέρασαν διάφορες εργασίες από το μυαλό μου, κι επειδή έχω σπουδάσει Οικονομικά, τα έβαζα όλα κάτι με υπολογισμούς.

Πότε αποφασίζατε να φύγετε από την Αθήνα και με τι ξεκινήσατε να ασχολείστε;

Το 2012 αποφάσισα να κάνω κάτι διαφορετικό που δεν είχα κάνει ξανά στη ζωή μου και δεν είχα καμία εμπειρία: να φύγω εκτός Αθηνών και να ζήσω σε χωριό. Δεν ήταν εύκολο να το κάνω και τότε με τη γυναίκα μου ήμασταν μόλις 4 χρόνια παντρεμένοι κι εκείνη δεν μπορούσε να με ακολουθήσει μόνιμα γιατί είναι χημικός, έχει πολύ καλή δουλειά και δεν υπήρχε για την ίδια αντικείμενο στην περιφέρεια.

Πήρα διάφορες γνώμες από φίλους και γνωστούς, σχετικά με το πώς να βιοποριστώ, μέχρι που καταλήξαμε να κάνουμε κότες. Γιατί αυτό νόμιζα πως ήταν κάτι εύκολο. Τελικά οι κότες αποδείχθηκαν πάρα πολύ δύσκολες, αλλά επειδή είμαι λίγο επίμονος και αν μου κάτσει κάτι στο μυαλό θέλω να το κάνω, πέρασα 5 χρόνια δυστυχίας. Απίστευτη δουλειά, κανένα εισόδημα.

Αρχικά ξεκίνησα να ψάχνω να βρω φάρμα για να φτιάξω με κότες, στις αρχές του 2012 και μέχρι τον Απρίλιο παιδευόμουν να βρω χωράφι -τελικά ολοκλήρωσα το πρώτο μου κοτέτσι τον Μάιο και δύο μήνες αργότερα το επόμενο κοτέτσι.

Όταν πήραμε τις κότες ήμουν πάρα πολύ άσχετος, δεν μας ήξεραν κιόλας και μας έδωσαν ότι χειρότερο υπήρχε στην αγορά. Από χρήματα ήμουν πολύ οριακά, δανείστηκα για να πάρω τις πρώτες κότες, και μέσα στο επόμενο 6μηνο ψόφησαν όλες οι κότες -τις αγόρασα άρρωστες. Ότι είχαν για πέταμα μας το έδωσαν.

Πέρασε ένας χρόνος γιατί έπρεπε να γίνουν οι απαραίτητες απολυμάνσεις για να ξεκινήσω από την αρχή και τα έκανα όλα μόνος μου. Δεν υπήρχαν τα χρήματα για να πάρω άνθρωπο να με βοηθήσει οπότε όλα έγιναν με προσωπική δουλειά.

Στα μέσα του 2013 πήραμε τις σωστές κότες, με όλες τις προδιαγραφές, που μπορούσαν να βγάλουν αυγά. Και τότε ξεκίνησαν άλλα ζητήματα: το πού θα πουλήσουμε τα αυγά και γιατί να τα πάρουν από εμάς. Εκεί ξεκίνησε ο αγώνας της πώλησης των αυγών. Γιατί τα πετάγαμε κι άλλα τα χαρίζαμε.

Η οικολογική φάρμα που έφτιαξε με κότες ελευθέρας βοσκής

Δεδομένου ότι στα χωριά οι κάτοικοι συνηθίζουν να έχουν έστω ένα μικρό κοτέτσι, τι τρόπο βρήκατε για να πουλήσετε τα αυγά;

Μου ήρθε η ιδέα να πηγαίνω στα τριγύρω χωριά μήπως σε κάποιους αρέσουν τα αυγά μας και κάνουμε μια αρχή. Ενδιάμεσα, είχαν αρχίσει πολύ νέοι να φεύγουν από τα χωριά, λόγω της οικονομικής κρίσης, και είχαν μείνει πίσω οι παππούδες και οι γιαγιάδες και τους φανήκαμε χρήσιμοι γιατί τους δίναμε αυγουλάκια που τους άρεσαν, ήταν σαν τα δικά τους και όταν μας γνώρισαν άρχισαν να αγοράζουν το προϊόν μας.

Πέρασαν 3 -4 χρόνια μέχρι που άρχισε να μεγαλώνει πολύ η δουλειά μας κι εκεί ξεκίνησαν άλλου είδους προβλήματα.

Ποια είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίσατε; Εξακολουθούν να υφίστανται;

Όταν η δουλειά άρχισε να αυξάνεται ψάχναμε να βρούμε προσωπικό. Δεν βρίσκαμε κανέναν να έρθει για δουλειά με αποτέλεσμα να εργάζομαι 15 με 17 ώρες καθημερινά κάνοντας τα όλα μόνος μου: από την παραγωγή και την πώληση των αυγών μέχρι όλα τα διαδικαστικά.

Ευτυχώς, κάποια στιγμή, βρέθηκε ένα παλικάρι, μορφωμένο που έχει τελειώσει το Πολυτεχνείο και συνεργαζόμαστε μέχρι σήμερα, ο οποίος ανέλαβε το βασικό κομμάτι της παραγωγής. Βρήκαμε ακομα ένα παιδί που είναι πάρα πολύ καλός κι έτσι λύσαμε το θέμα της παραγωγής. Θέλουμε και άλλους ανθρώπους γιατί η εργασία στη φάρμα μεγαλώνει, αλλά δεν είναι εύκολο να βρούμε ανθρώπους να θέλουν να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα.

Οι κότες σας είναι ελευθέρας βοσκής;

Ναι, τις έχουμε τελείως ελεύθερες. Ζουν σε περιφραγμένο χωράφι, αλλά δεν πάμε να τις κλείσουμε ή να τις ανοίξουμε -το κάνουν μόνες τους. Μπαίνουν και βγαίνουν από το κοτέτσι ότι ώρα θέλουν. Μάλιστα, κάποιες κότες ζουν μόνο έξω απολύτως ελεύθερες.

Στο μέρος που είναι η οικολογική φάρμα δεν υπάρχουν τριγύρω καλλιέργειες με λιπάσματα, χημικά φάρμακα -το περιβάλλον είναι πεντακάθαρο. Σε τέτοιο μέρος ζουν οι κότες και για αυτό τολμώ να πω ότι έχω το τέλειο προϊόν. Δεν κάνουμε εμείς την καλύτερη δουλειά, αλλά η ίδια η φύση το κάνει στα ζώα και παράγουν τέτοια καλά αυγά.

Εκτός από τα φρέσκα αυγά, από κότες ελευθέρας βοσκής, έχετε κι άλλα προϊόντα;

Επειδή κάποια αυγά μπορεί να είναι ελαφρώς χτυπημένα, να μην είναι τόσο όμορφα αισθητικά ή να έχουν κάποιες ατέλειες εξωτερικά, αλλά τρώγονται κανονικά αποφασίσαμε, αντί να τα πετάμε, να παρασκευάζουμε χειροποίητα ζυμαρικά. Βρήκαμε ένα εργαστήριο που έχει τα κατάλληλα μηχανήματα τους δίνουμε την πρώτη ύλη για να ξέρουμε το τελικό προϊόν και μας παρασκευάζουν τα ζυμαρικά.

Επιπλέον, έχει γίνει συνεργασία με μελισσοκόμο που φτιάχνει φανταστικό μέλι κι έχει μια μικρή μονάδα και μπορείτε από εμάς να αγοράσετε.

Η μείωση των κατοίκων στα χωριά και η έλλειψη προσωπικού στον πρωτογενή τομέα

Πώς είναι τελικά η ζωή στο χωριό μετά από 13 χρόνια;

Από το 2012 που ήρθα μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει πάρα πολύ τα πράγματα. Όταν πρώτο ήρθα το χωριό είχε 230 μόνιμους κατοίκους και το καλοκαίρι έρχονταν περίπου 500 – 600 άτομα. Ένγαινες έξω και έβλεπες ανθρώπους, μιλούσες -ήταν συμπαθητικά.

Πλέον, το χωριό έχει μόλις 30 κατοίκους και είναι όλοι άνω των 75 ετών που σημαίνει υπάρχουν μέρες που μπορεί να μη δω άνθρωπο να πω ένα «Γεια». Το θετικό είναι πως υπάρχει ποιότητα ζωής, δεν υπάρχει κίνηση, έχω καθαρό αέρα και μια φανταστική παρθένα φύση.

Δυστυχώς, μειώνεται δραματικά ο κόσμος στα χωριά. Για να καταλάβετε το δικό μας χωριό ήταν κάποτε κεφαλοχώρι με σχολεία, όλων των βαθμίδων, μαγαζιά, αστυνομία και τώρα έχει ερημώσει. Ούτε οι άνθρωποι θέλουν να μένουν στο χωριό και να εργάζονται στην πόλη. Για παράδειγμα, το δικό μου χωριό απέχει μόλις 22 χιλιόμετρα από την Καλαμπάκα και 38 από τα Τρίκαλα με ένα πολύ καλό οδικό δίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα κάνω πάνω από 35 λεπτά να φτάσω στα Τρίκαλα. Όταν έρχομαι στην πόλη, από τη Γλυφάδα για να πάω σε μια αποθήκη που έχω στου Γκύζη, ειδικά σε ώρες αιχμής χρειάζομαι μιάμιση ώρα. Όταν λέω στους κατοίκους του χωριού ότι δεν είναι τίποτα να κάνεις μισή ώρα να πας στη δουλειά σου με κοιτάζουν περίεργα. Αν, όμως, αντιμετώπιζαν την καθημερινή κίνηση που έχει η Αθήνα θα το έβλεπαν εντελώς διαφορετικά.

Είναι εύκολες οι συνθήκες να ασχοληθεί ένας νέος άνθρωπος, χωρίς εμπειρία, με τη φύση και τα ζώα;

Όποιος θέλει να δουλέψει σοβαρά μπορεί να κάνει πολλά πράγματα. Η ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα θέλει πολλές ώρες και οι νέοι δεν θέλουν καθόλου να ασχοληθούν. Εμένα με έχουν κοροϊδέψει, κάποιες φορές, ότι άφησα την Αθήνα για το χωριό.

Φέρνει αυγά, ζυμαρικά και μέλι, πόρτα – πόρτα στην Αθήνα

Έρχεστε στην Αθήνα;

Είμαι πλέον τις μισές ημέρες της βδομάδας γιατί φέρνω πόρτα – πόρτα τα αυγά μου και ότι άλλα προϊόντα έχω. Έχω χτίσει πελατολόγιο, δεν έχω συνεργασίες με μαγαζιά, που τους αρέσουν τα προϊόντα μου. Οι Αθηναίοι αναζητούν τα φρέσκα αυγουλάκια και γενικότερα τα χειροποίητα προϊόντα.

iefimerida

Google News