
Ένα βαρύ αντρικό ζεϊμπέκικο, το μισογεμάτο ποτήρι στον αέρα… “Στην υγειά σου τεράστιε Δημήτρη”! Κι αυτός, με τα χέρια ανοιχτά να στροβιλίζεται πάνω στην πίστα, υπό τους ήχους της Ρόζας του! Μα “φεύγουν” μωρέ όλοι αυτοί από τη ζωή; Κι αν δεν είναι εδώ, 13 χρόνια τώρα, ξεπηδά μέσα από κάθε άκουσμα, από κάθε νώτα, από κάθε σκιά. Ο Μητροπάνος μας για τον πολύ τον κόσμο, ο άγνωστος Δημήτρης για τους λίγους. Τους παλιόφιλους, από τη γειτονιά.
Ο σερβιτόρος στη ταβέρνα του θείου του τα καλοκαίρια και ύστερα πηλοφόρι στην οικοδομή, ακόμα και μέσα στα ξυλουργεία να κόβει στις κορδέλες ξύλα… Τότε δεν είχε όνειρα για τραγούδια και πίστες. Άλλα χρόνια. Φτωχικά μα περήφανα. Και με μπόλικο κυνηγητό. Όχι το παιδικό παιχνίδι, μα το κανονικό. Εκείνο που κυνηγούσαν τους Αριστερούς.
Είχε τη στάμπα βλέπετε. Ο πατέρας του ήταν γνωστός κομμουνιστής και συμμετείχε στον εμφύλιο. Ο Μητροπάνος δεν τον γνώρισε, διότι είχε φύγει από το σπίτι κυνηγημένος. Μέχρι τα 16 του νόμιζε πως είχε σκοτωθεί στον εμφύλιο πόλεμο, αλλά τότε έλαβε ένα γράμμα με το οποίο τους ενημέρωνε ότι ζούσε στη Ρουμανία. Τον συνάντησε για πρώτη φορά στα 29 του χρόνια. Η μάνα του τον μεγάλωσε μέσα στην πείνα και τις στερήσεις γι αυτό και αυτός, με φιλότιμο και ήθος βγήκε από νωρίς για μεροκάματο.
Ο Καζαντζίδης το ίνδαλμα
Χάζευε κάπου-κάπου, όρθιος τον Στέλιο Καζαντζίδη να τραγουδά μαζί με τη Μαρινέλλα. Ποιος να του έλεγε ότι όταν του έδιναν το μικρόφωνο στο χέρι, θα έβγαιναν από το λαρύγγι του τα άσματα του ινδάλματός του. Για 50 ολόκληρες δραχμές…
Καντάδες κάνανε μικρά. Μα για καλαμπούρι, μα στα σοβαρά γιατί το τραγούδι ήταν άτιμο και τον τραβούσε. Φτιάξανε με τα γειτονάκια και μια χορωδία. Οι νότες και οι μελωδίες μπήκαν όμως σε δεύτερη μοίρα. Στα 12 του γράφτηκε στο Κουμμουνιστικό Κόμμα, σε μια εποχή κατά την οποία τα πάθη ήταν έντονα και ο αντικομμουνισμός κυριαρχούσε στον δημόσιο βίο. Όπως είπε, οι ιδέες και το αριστερό παρελθόν της οικογένειάς του ήταν οι αιτίες για να κηρυχθεί “ανεπιθύμητος” από τα γυμνάσια της περιοχής που τον απέβαλαν. Το ίδιο έγινε και στην Αθήνα.
Η πολιτική δράση
Το 1964 μετακόμισε από την Αγία Μονή Τρικάλων στην πρωτεύουσα με τον θείο του, (που μόλις είχε γυρίσει από την εξορία) για να τελειώσει το γυμνάσιο. Αμέσως ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση. Έγινε μέλος της νεολαίας Λαμπράκη, συμμετείχε σε πορείες, εξέφραζε ανοιχτά τις ιδέες του. Οι καθηγητές του τον συμβούλευαν “να τα παρατήσει και να βρει καμιά δουλειά“. Ακόμα και το δίπλωμα οδήγησης κατάφερε να το βγάλει μετά τη μεταπολίτευση. Κατάφερε να πάει σε ιδιωτικό γυμνάσιο και να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Χρόνο με το χρόνο αποστασιοποιήθηκε κάπως από τον στενό πολιτικό κλοιό. Δεν ήθελε να πολιτευτεί γιατί όπως έλεγε δεν μπορεί να λέει ψέματα.
Η γνωριμία με τον Μπιθικώτση και ο “πατέρας” Ζαμπέτας
Ο θείος του τον πήγε στο κέντρο που τραγουδούσε ο Μπιθικώτσης και μόλις τελείωσε το πρόγραμμα, η παρέα του θείου του τον έβαλε να τραγουδήσει. Όταν τον άκουσε ο Μπιθικώτσης τρελάθηκε και του είπε: “Εσύ πρέπει να γίνεις τραγουδιστής“. Πριν καλά-καλά το χωνέψει ο Μητροπάνος, τον πήγε στην Columbia. Εκεί τον συνέστησαν στον Γιώργο Ζαμπέτα, ο οποίος τον είχε σαν γιο του. Τότε ξεκίνησαν όλα…
Είχε πει πως στον Γιώργο Ζαμπέτα χρωστά τα πάντα, γιατί του έδωσε τα πρώτα του τραγούδια αλλά και γιατί του έδωσε τις βάσεις για να διαμορφώσει τη στάση του απέναντι σε οτιδήποτε.
Τραγουδούσε μαζί του στα “Ξημερώματα”, αλλά μέχρι τις 23:30, γιατί το επόμενο πρωί είχε σχολείο. 16 χρονών ήταν τότε. Δεν άργησε να έρθει και η γνωριμία με τον Μίκη Θεοδωράκη. Εντελώς τυχαία αυτή. Ο Θεοδωράκης τον πήρε μαζί του σε περιοδεία, για να αναπληρώσει έναν τραγουδιστή που είχε αρρωστήσει. “Πάγωσε” ο Δημήτρης, αλλά ο Ξυλούρης τον έσπρωξε και έτσι βγήκε στη σκηνή. Ήταν μόλις 20 χρόνων. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα τον κάλεσε να ξανατραγουδήσει μαζί του. Την δεύτερη φορά έτρεμε ολόκληρος κι ας ήταν επαγγελματίας πια.
Οι καλύτερες δουλειές σε όλα αυτά τα χρόνια της καριέρας του γι’αυτόν ήταν με τον Δήμο Μούτση ο “Άγιος Φεβρουάριος”, που έκανε στην αρχή της καριέρας του, και μετά με τον Θάνο τον Μικρούτσικο “Στου αιώνα την παράγκα”.
Συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους δημιουργούς του λαϊκού αλλά και του έντεχνου τραγουδιού. Γιώργος Ζαμπέτας, Μίκης Θεοδωράκης, Δήμος Μούτσης, Απόστολος Καλδάρας, Λάκης Παπαδόπουλος, Μάριος Τόκας, Σπύρος Παπαβασιλείου, Τάκης Μουσαφίρης (“Εμείς οι δυο” κ.α.), Χρήστος Νικολόπουλος (“Πάρε Αποφάσεις” σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), Γιάννης Σπανός (“Ο Μητροπάνος τραγουδάει Σπανό”) ήταν οι συνθέτες με τους οποίους συνδέθηκε επαγγελματικά, χτίζοντας μια καριέρα συνυφασμένη με την ελληνική λαϊκή μουσική παράδοση, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Στη δεκαετία του 1990 και έπειτα θα συνεργαστεί με εξίσου σπουδαίους σύγχρονους συνθέτες, όπως οι Μάριος Τόκας, Θάνος Μικρούτσικος, Βαγγέλης Κορακάκης, Γιώργος Μουκίδης, Δημήτρης Παπαδημητρίου κ.α.. Τα τραγούδια που θα ερμηνεύσει θα κινούνται σε πιο “έντεχνα” μονοπάτια και με πιο επιτηδευμένους στίχους, με συχνά πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Μεγάλες, διαχρονικές του επιτυχίες ήταν τα τραγούδια “Σ’ αναζητώ στη Σαλονίκη”, “Πάντα γελαστοί”, “Ρόζα”, “Τα λαδάδικα”…
Η περίφημη “Ρόζα” ήταν 10 χρόνια στο συρτάρι του Μικρούτσικου μέχρι να τη δώσει στον Μητροπάνο να την τραγουδήσει. Το ίδιο συνέβη και με το “Σε αναζητώ στη Σαλονίκη” του Μάριου Τόκα!
Οι δύο γάμοι
Παντρεύτηκε το 1979 τη πρώτη του γυναίκα Φανή Σταμάτη, κόρη του αείμνηστου Υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Σταμάτη. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος και ο γάμος έγινε σε κλειστό κύκλο στην Αθήνα. Οι δυο τους έμειναν παντρεμένοι για μια δεκαετία περίπου, δίχως να αποκτήσουν παιδιά. Ο χωρισμός τους έγινε μέσα σε κόσμιο πλαίσιο, με τον ίδιο να διατηρεί πάντοτε άριστες σχέσεις με την πρώην σύζυγό του.
Η δεύτερη σύζυγος του ήταν η Βένια Κοντογιάννη. Τη γνώρισε έξω από το γραφείο του Μάτσα και από εκείνην τη στιγμή άρχισε να τη φλερτάρει, μέχρι που κατάφερε να βγει μαζί της για φαγητό. Της έκανε πρόταση γάμου μετά από ένα ταξίδι του στη Γερμανία και όταν η Βένια το ανακοίνωσε στους γονείς της, είπε στον πατέρα της πως αν δεν παντρευτεί αυτό τον άνθρωπο, δε θα παντρευτεί ποτέ.
Έζησαν μαζί 20 χρόνια, μέχρι και τον θάνατο του και απέκτησαν δύο κόρες, τη Μυρσίνη και την Αναστασία. Ο ίδιος είχε πει: “Aν ήταν να διαλέξω μια μόνο περίοδο από τη ζωή μου, θα ήταν αυτά τα χρόνια“.
“Έφυγε” από κοντά μας στις 17 Απριλίου 2012, αλλά θα είναι για πάντα εδώ!