Ομιλία προειδοποίηση του Κώστα Καραμανλή: «Κίνδυνος να περιέλθει η χώρα σε μη αναστρέψιμη κατάσταση ομηρίας έναντι της Τουρκίας»

polemiko

Στην ομιλία του κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Σταύρου Λυγερού στο Πολεμικό Μουσείο, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής άσκησε εμμέσως αλλά σαφώς έντονη κριτική στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και στην ευρύτερη στάση της Ελλάδας στα εθνικά και διεθνή ζητήματα.

Ο Κ. Καραμανλής έθεσε υπό αμφισβήτηση τον τρόπο με τον οποίο η Δύση, και κατ’ επέκταση η Ελλάδα ως μέλος της, ενεπλάκη στον πόλεμο της Ουκρανίας, χωρίς να υπάρξει αντίστοιχη ευαισθησία για την τουρκική επιθετικότητα στην Κύπρο και το Αιγαίο. Επισήμανε την αδυναμία της Ε.Ε. να διαμορφώσει αυτόνομη εξωτερική πολιτική και να υποστηρίξει τα ίδια της τα κράτη-μέλη, ενώ δεν παρέλειψε να καταγγείλει την υποκρισία της να δαιμονοποιεί τη Ρωσία και να «κατευνάζει» την Τουρκία.

Συγκεκριμένα, τόνισε ο κ. Καραμανλής: «Το ”δυτικό κόμμα του πολέμου” όπως επιτυχώς χαρακτηρίζει ο Λυγερός τους πολιτικούς και τις κυβερνήσεις που σχεδόν υστερικά υποστήριξαν με μένος τον πόλεμο, την απόλυτη δαιμονοποίηση της Ρωσίας και την μανιχαϊστική ιδεολογικοποίηση της σύγκρουσης στον άξονα καλού κακού, έχουν τεράστια ευθύνη για τις δυσάρεστες εξελίξεις. Για να τις συγκαλύψουν μάλιστα επιχειρούν την κλιμάκωση του πολέμου και την διασπορά φόβου για την επικείμενη τάχα γενικευμένη ρωσική εισβολή στην Ευρώπη. Η αλλαγή κυβέρνησης και στάσης των ΗΠΑ στο Ουκρανικό τους εκθέτει ακόμα περισσότερο».

Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στην επισήμανσή του ότι η χώρα μας –παρά τη σαφή στάση υπέρ της Ουκρανίας– δεν έλαβε καμία απτή στήριξη για τα δικά της ζητήματα, γεγονός που αποκάλυψε, σύμφωνα με τον ίδιο, τα όρια της ελληνικής διπλωματίας υπό την παρούσα κυβέρνηση: «Από την άλλη η ανοιχτή στήριξη της Ελλάδας στην Ουκρανία δεν εξασφάλισε αυτομάτως υποστήριξη για τα δικά μας δίκαια. Ζητήθηκαν από εμάς πολύ περισσότερα από όσα μπορούσαμε να κάνουμε, ενώ ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναδειχθούν οι δικοί μας περιορισμοί στην παροχή βοήθειας, εξαιτίας των τεράστιων απαιτήσεων και αναγκών που θέτει σε μας η απολύτως αντίστοιχη απειλή που αντιμετωπίζουμε» σημείωσε ο πρώην πρωθυπουργός.

Ο Καραμανλής χαρακτήρισε την Τουρκία «αναβαθμισμένη», εξαιτίας του ρόλου του «επιτήδειου ουδέτερου», που της προσέδωσε προνομιακή θέση στη Δύση, ενώ επεσήμανε ότι η Ελλάδα δεν αξιοποίησε διπλωματικά τη στάση της στον πόλεμο για να ενισχύσει τη θέση της στο Κυπριακό και στο Αιγαίο:  «Ένα διεθνές περιβάλλον χαρακτηριζόμενο από κατακερματισμό, αναθεωρητισμό, ηγεμονικές επιδιώξεις και σφαίρες επιρροής αντίκειται στα ελληνικά στρατηγικά συμφέροντα. Αντιθέτως σε αυτό το περιβάλλον η Τουρκία εμφανίζεται αναβαθμισμένη. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο ρόλος του επιτήδειου ουδέτερου στον πόλεμο της Ουκρανίας τής εξασφάλισε τη θέση του διαμεσολαβητή μεταξύ των μερών, κάτι που φάνηκε πλέον πως εκτιμάται από εταίρους και συμμάχους. Παρά την επιθετική και αναθεωρητική της συμπεριφορά σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή χαρακτηρίζεται από εταίρους και συμμάχους ως παράγων σταθερότητας και ασφάλειας» τόνισε ο κ. Καραμανλής.

Άσκησε επίσης κριτική στον τρόπο που η Ε.Ε. διαχειρίζεται την αμυντική της αυτονομία, χαρακτηρίζοντας σπασμωδική και ανεπαρκή την προσπάθεια οικοδόμησης αμυντικού μηχανισμού χωρίς καθαρό στρατηγικό σχεδιασμό. Υπογράμμισε δε την ανάγκη η Ελλάδα να βασίζεται στις δικές της δυνάμεις, καθώς δεν μπορεί να αναμένει σοβαρή υποστήριξη από έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό στον οποίο προτείνονται, ακόμη και τώρα, ρόλοι στην Τουρκία, την ίδια ώρα που απειλεί ευθέως την Ελλάδα και κατέχει έδαφος κράτους-μέλους της Ε.Ε.

Τέλος, άφησε αιχμές για την κυβερνητική επιλογή «ήρεμων νερών» με την Άγκυρα, υπονοώντας ότι αυτή η στρατηγική συμβιβασμού αποδυναμώνει τις ελληνικές θέσεις και αποκρύπτει την επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, ενώ χαρακτήρισε αδιανόητη τη σιωπή της Αθήνας μπροστά στην αναστολή της ηλεκτρικής διασύνδεσης ελληνικών νησιών – παραδοχή ενδοτισμού σε μια εποχή που απαιτείται στρατηγική αυτοπεποίθηση.

Όπως σημείωσε ο πρώην πρωθυπουργός: «Τα επισημαίνω με έμφαση όλα αυτά διότι βλέπω ορατό έναν σοβαρό κίνδυνο: Σταδιακά, βήμα – βήμα, ανεπαισθήτως (κατά Κωνσταντίνο Καβάφη) να περιέλθει η χώρα σε μη αναστρέψιμη κατάσταση ομηρίας έναντι της Τουρκίας. Με απλά λόγια τίποτα να μη μπορεί να γίνει στην περιοχή χωρίς την έγκρισή της, έστω και αν παραβιάζονται βάναυσα το Διεθνές Δίκαιο, οι Διεθνείς Συνθήκες, τα ισχυρά θεμελιωμένα δίκαια της Ελλάδας. Αυτό πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία».

Παρακολουθείστε την ομιλία του Κώστα Καραμανλή στην παρουσίαση του βιβλίου του δημοσιογράφου Σταύρου Λυγερού «Οι αθέατες όψεις του πολέμου στην Ουκρανία»:

Αναλυτικά η ομιλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή:

«Κυρίες και Κύριοι,

Εκτιμώ ιδιαίτερα την γραφή του Σταύρου Λυγερού. Tην διεισδυτικότητα της πένας του, το συνολικό δημοσιογραφικό αλλά και συγγραφικό του έργο, την παρρησία της γνώμης του. Ειδικά σε θέματα διεθνούς και εξωτερικής πολιτικής περιλαμβάνεται στους λίγους επαΐοντες στον χώρο του. Το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα είναι κατά την άποψή μου ίσως η κορυφαία μέχρι σήμερα δουλειά του. Διεξοδική ανάλυση του ευρύτερου διεθνούς πλαισίου, οξύτητα σκέψης και κυρίως το θάρρος να διατυπώνει απόψεις που, παρ’ ότι ξεφεύγουν από την κυρίαρχη τάση, είναι τεκμηριωμένες με ισχυρά στοιχεία και επιχειρήματα. Και είναι αναμφισβήτητο ότι γνώμονάς του είναι η αγωνία για τα εθνικά μας συμφέροντα και για μια κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη εξωτερική πολιτική.

Κυρίες και Κύριοι,

Ορθώς καταδικάζεται η προ τριάμισι περίπου ετών ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όμως, η συλλογική Δύση δεν είναι αθώα του αίματος ούτε για τις συνθήκες που οδήγησαν στην σύγκρουση, ούτε για το συνεχιζόμενο δράμα, πρωτίστως εις βάρος του ουκρανικού λαού. Η πυροδότηση των ταραχών του 2014, η απαξίωση των συμφωνιών του Μίνσκ, η εμμονή να ενταχθεί η Ουκρανία στην βορειοατλαντική Συμμαχία με ξεκάθαρο αντιρωσικό πρόσημο, προφανώς δεν δικαιολογούν την ρωσική επιθετικότητα. Σίγουρα όμως θέτουν και την Δύση στο κάδρο των ευθυνών για τον πρώτο, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο, μεγάλο πόλεμο επί Ευρωπαϊκού εδάφους.

Όπως είχα τονίσει ήδη τον Ιούνιο του 2022 η παράταση του πολέμου ζημίωσε πρωτίστως την ίδια την Ουκρανία και σε ανθρώπινες απώλειες και σε καταστροφικές συνέπειες. Κατέστησε δε την ειρήνευση ακόμα δυσκολότερη και πιθανότατα με δυσμενέστερους για την Ουκρανία όρους με την πάροδο του χρόνου. Η χρονική επιμήκυνση και η κλιμάκωση της σύγκρουσης έφερε τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο μεγάλος χαμένος του πολέμου είναι η Ουκρανία.

Δεύτερος μεγάλος χαμένος είναι η Ευρώπη. Υιοθετώντας άκριτα ένα εξόχως επιθετικό προσανατολισμό, αντί να πρωταγωνιστήσει στην αναζήτηση διεξόδου από την κρίση, ενεπλάκη με μεγάλο κόστος, ενεργειακό, οικονομικό και πολιτικό. Και μπορεί μεν οι ΗΠΑ να βρήκαν αγορές για τους υδρογονάνθρακές τους, μπορεί πράγματι να επέτυχαν την διεύρυνση του ΝΑΤΟ με την ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας. Η αλήθεια όμως είναι πως η εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει προς μια στρατηγικού χαρακτήρα ήττα για την συλλογική Δύση. Και σε επίπεδο εντυπώσεων και ως ενίσχυση της τάσης προς ένα πολύ πιο πολυπολικό κόσμο που αυξανόμενα αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία της Δύσης και των θεσμών που αυτή επέβαλε στο διεθνές σύστημα.

Το «δυτικό κόμμα του πολέμου» όπως επιτυχώς χαρακτηρίζει ο Λυγερός τους πολιτικούς και τις κυβερνήσεις που σχεδόν υστερικά υποστήριξαν με μένος τον πόλεμο, την απόλυτη δαιμονοποίηση της Ρωσίας και την μανιχαϊστική ιδεολογικοποίηση της σύγκρουσης στον άξονα καλού κακού, έχουν τεράστια ευθύνη για τις δυσάρεστες εξελίξεις. Για να τις συγκαλύψουν μάλιστα επιχειρούν την κλιμάκωση του πολέμου και την διασπορά φόβου για την επικείμενη τάχα γενικευμένη ρωσική εισβολή στην Ευρώπη. Η αλλαγή κυβέρνησης και στάσης των ΗΠΑ στο Ουκρανικό τους εκθέτει ακόμα περισσότερο.

Κυρίες και Κύριοι,

Όπως ήδη ελέχθη, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι πράξη απαράδεκτη και καταδικαστέα. Τίποτα δεν δικαιολογεί την προσφυγή στην βία και την αιματοχυσία. Όμως, η αλήθεια είναι ότι ο ανταγωνισμός με τη Ρωσία είναι το κίνητρο που καθοδήγησε τη Δύση στον πόλεμο αυτό και όχι οι αρχές και οι αξίες. Διαφορετικά, δεν θα βλέπαμε αυτήν την τεράστια αναντιστοιχία της δυτικής στάσης στον πόλεμο στην Ουκρανία με τη στάση της απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας. Η Δύση σύρθηκε σε έναν πόλεμο χωρίς τέλος, πόλεμο που – κακά τα ψέματα – δεν αφορούσε καν κράτος μέλος του ΝΑΤΟ ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη στιγμή που τη βλέπουμε να εθελοτυφλεί σε απειλές εναντίον μελών της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση φάνηκε για άλλη μια φορά να αυτοσχεδιάζει και απέτυχε να αναλάβει εγκαίρως πρωτοβουλίες για την ίδια την ήπειρό της, για την κατάπαυση του πυρός, τη λήξη του πολέμου και την επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενδεχομένως στη βάση των συμφωνιών του Μίνσκ.

Αυτήν τη στιγμή, διαδραματίζονται στο κόσμο πρωτόγνωρες εξελίξεις. Για πρώτη φορά, οι ΗΠΑ αποσύρονται από τον ανταγωνισμό με τη Ρωσία και επιδεικνύουν διάθεση προσέγγισης και συνεργασίας με τη Μόσχα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει, για μια ακόμη φορά, ανέτοιμη να διαμορφώσει πολιτική και ακολουθεί ασθμαίνοντας τις πολιτικές που διαμορφώνουν άλλοι για την ίδια την ήπειρό της. Παρακολουθούμε την Ουκρανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση να σύρονται σε μια διαδικασία ειρήνευσης, υπό τους δυσμενέστερους δυνατούς όρους. Χωρίς ουσιαστικά να έχουν καμία δυνατότητα αντίδρασης. Γιατί, πλέον, καταδεικνύεται με τον πιο προφανή τρόπο η αδυναμία της Ένωσης να έχει λόγο και ρόλο στη διεθνή σκηνή, ακόμα και όταν πρόκειται για την ίδια την Ευρώπη, καθώς και η αδυναμία της να στηρίζει τις αποφάσεις της με αξιόπιστη αμυντική ικανότητα. Είναι χαρακτηριστικό το πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε κατάσταση σοκ, προσπαθούσε να βρει τρόπο να αντιδράσει, με συναντήσεις σε διαφορετικές συνθέσεις και με εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης χώρες, ουσιαστικά με ημίμετρα. Οι οποίες διαδικασίες οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα που είναι πολύ μακριά από τις αρχές της εδαφικής κυριαρχίας και της ακεραιότητας της Ουκρανίας, υπέρ των οποίων υποτίθεται ότι μαχόταν μέχρι πρότινος η Δύση. Και αυτό, φυσικά, είναι κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει όλους μας και να μας προετοιμάσει για την ανάγκη να μπορούμε να βασιζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις και να ενισχύουμε τις δικές μας αποτρεπτικές και αμυντικές δυνατότητες.

Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει η προσπάθεια που γίνεται αυτήν τη στιγμή, για την οικοδόμηση της αμυντικής ικανότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιας ικανότητας, για την οποία η Ένωση αμφιταλαντεύτηκε για πάρα πολλά χρόνια και που τώρα επιδιώκει να αποκτήσει, φοβάμαι εσπευσμένα και σπασμωδικά. Χωρίς ξεκάθαρη πολιτική βούληση και ολοκληρωμένο σχέδιο.

Από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, η Ευρωπαϊκή Ένωση θεώρησε την ειρήνη και την ασφάλεια στα εδάφη της ως δεδομένα. Όμως, η συνειδητοποίηση ότι η ασφάλεια που παρείχαν όλα αυτά τα χρόνια οι ΗΠΑ στην Ευρώπη δεν είναι πια δεδομένη αποτέλεσε ισχυρό σοκ. Σήμερα, η Ένωση οφείλει να κατανοήσει ότι οι κίνδυνοι στην περιφέρειά της είναι πολλοί και δεν προέρχονται μόνο από ανατολάς, δηλαδή –όπως θεωρούν κάποιοι– από τη Ρωσία, αλλά και από το νότο, δηλαδή από την Τουρκία και άλλους παράγοντες αστάθειας στην περιοχή μας. Και θα πρέπει να αντιληφθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση ότι πια είναι μόνη της σε αυτό. Συνεπώς, οφείλει να οικοδομήσει έναν ισχυρό αμυντικό μηχανισμό που θα έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει, όπου αυτό απαιτηθεί στα σύνορά της, χωρίς εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες που δεν είναι μέλη της! Μόνο έτσι θα μπορούν τα κράτη μέλη της Ένωσης να αισθάνονται ασφαλή.

Κυρίες και Κύριοι,

Η δημιουργία αυτού του Ευρωπαϊκού αμυντικού μηχανισμού είναι ένας πάγιος στόχος της Ελλάδας. Η ασφάλεια ήταν ίσως ο σοβαρότερος λόγος, για τον οποίο η χώρα μας εντάχθηκε στην τότε ΕΟΚ. Όμως, για να έχει αυτός ο μηχανισμός αξιοπιστία, θα πρέπει η Ένωση να μην έχει δύο μέτρα και σταθμά, αλλά να πείθει ότι λειτουργεί πράγματι στη βάση αρχών, αξιών και του Διεθνούς Δικαίου. Δεν μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να κρατάει ίσες αποστάσεις σε ότι αφορά την Τουρκία που κατέχει περίπου το 37% ενός κράτους μέλους της, της Κύπρου, και απειλεί καθημερινά με πόλεμο ένα άλλο κράτος μέλος της, την Ελλάδα.

Είναι εξωφρενικό να ακούμε, αυτόν τον καιρό, από κορυφαίους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ότι η Τουρκία πρέπει να συμμετάσχει στους αμυντικούς μηχανισμούς της Ένωσης, γιατί αποτελεί πυλώνα για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της Ευρώπης! Αυτά θα πρέπει να απαντηθούν. Καμία αξιοπιστία δεν μπορεί να έχει η Ένωση όταν δαιμονοποιεί τη Ρωσία, ενώ κατευνάζει την Τουρκία.

Η Ελλάδα οφείλει να καταδεικνύει αυτήν την ασυνέπεια και να αναδεικνύει τον αναθεωρητισμό, την επιθετικότητα και τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή, το ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου που διαχρονικά παίζει και τον αυταρχισμό που επικρατεί στο εσωτερικό της. Δεν μπορεί να προσπαθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να αυτονομηθεί αμυντικά από τις ΗΠΑ και να εξαρτηθεί αμυντικά από την Τουρκία!

Αν θέλει η Ένωση να αποκτήσει μια αληθινά αυτόνομη αμυντική ικανότητα, οφείλει να πάρει τις γενναίες εκείνες αποφάσεις που θα της επιτρέψουν να πατήσει στα δικά της πόδια και όχι να εξαρτάται πάλι από τρίτους! Και, μάλιστα, από μια Τουρκία που έχει αποδείξει ότι χρησιμοποιεί εκβιαστικά τον όποιο μοχλό πίεσης έχει απέναντι στην Ευρώπη! Ποιος πυλώνας σταθερότητας μπορεί να είναι η Τουρκία για την ασφάλεια της Ευρώπης; Που παρεμβαίνει στρατιωτικά σε όλες τις γειτονικές της χώρες και τις απειλεί με πόλεμο, προκειμένου να χαράξει δικές της ζώνες επιρροής και να υπερασπιστεί αυτά που θεωρεί ιστορικά της δικαιώματα! Στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στον Καύκασο, στα Βαλκάνια, όπως στην Αλβανία και το Κόσοβο.

Καμία συμμετοχή δεν μπορεί να έχει η Τουρκία στους μελλοντικούς αμυντικούς μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν συμβεί αυτό, θα αναδειχθεί η βαθιά υποκρισία της Ευρώπης. Όμως, θα ακυρωθεί και η όποια μελλοντική δυνατότητα να μας στηρίξει έμπρακτα η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Όπως δεν μπορεί να ενταχθεί η Τουρκία στους Ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς για την άμυνα, να χρησιμοποιήσει δηλαδή ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, για να επενδύσει στην επιθετικότητά της εναντίον μας και εναντίον της Κύπρου και να εξυπηρετήσει τους δικούς της επεκτατικούς σκοπούς στην περιοχή και όχι φυσικά την Ευρωπαϊκή ασφάλεια και σταθερότητα. Ούτε προφανώς θα μας προστατεύσουν οι όποιες αόριστες παραινέσεις τής τεθούν για εποικοδομητική στάση στο Κυπριακό και στο Αιγαίο, ως δήθεν όροι για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Άμυνα.

Κυρίες και Κύριοι,

Ο σημερινός κόσμος επιστρέφει σε μια realpolitik σφαιρών επιρροής και ωμής ισχύος ως μέσου διευθέτησης των διεθνών διαφορών με πλήρη απαξίωση των κανόνων δικαίου και των διεθνών οργανισμών. Είναι η επιστροφή στον ανταγωνισμό των μεγάλων και των ανερχόμενων δυνάμεων. Ο αιφνίδιος πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Ιράν που εκτυλίσσεται αυτές τις μέρες είναι εκκωφαντικό παράδειγμα της αστάθειας, του απρόβλεπτου και της επικινδυνότητας του κόσμου στον οποίο ζούμε. Ένα κόσμο που διολισθαίνει σε κατάσταση διεθνούς αναρχίας, χωρίς κανόνες και αρχές, με την βία να επιβάλλει το δίκαιο του ισχυρότερου. Οι εξελίξεις αυτές κάθε άλλο παρά ευνοϊκές είναι για την Ελλάδα, μια χώρα status quo, μια χώρα υπέρμαχο της δικαιοκρατικής τάξης (rules based order). Ένα διεθνές περιβάλλον χαρακτηριζόμενο από κατακερματισμό, αναθεωρητισμό, ηγεμονικές επιδιώξεις και σφαίρες επιρροής αντίκειται στα ελληνικά στρατηγικά συμφέροντα.

Αντιθέτως σε αυτό το περιβάλλον η Τουρκία εμφανίζεται αναβαθμισμένη. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο ρόλος του επιτήδειου ουδέτερου στον πόλεμο της Ουκρανίας τής εξασφάλισε τη θέση του διαμεσολαβητή μεταξύ των μερών, κάτι που φάνηκε πλέον πως εκτιμάται από εταίρους και συμμάχους. Παρά την επιθετική και αναθεωρητική της συμπεριφορά σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή χαρακτηρίζεται από εταίρους και συμμάχους ως παράγων σταθερότητας και ασφάλειας. Τα ακούμε αυτά από τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ και άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους. Το στρατιωτικό μέγεθος της Τουρκίας την κάνει να φαίνεται στα μάτια των Ευρωπαίων ως πολύφερνη νύφη τώρα που οι ίδιοι αδυνατούν να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την Ευρωπαϊκή ασφάλεια και ψάχνουν εύκολες λύσεις.

Από την άλλη η ανοιχτή στήριξη της Ελλάδας στην Ουκρανία δεν εξασφάλισε αυτομάτως υποστήριξη για τα δικά μας δίκαια. Ζητήθηκαν από εμάς πολύ περισσότερα από όσα μπορούσαμε να κάνουμε, ενώ ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναδειχθούν οι δικοί μας περιορισμοί στην παροχή βοήθειας, εξαιτίας των τεράστιων απαιτήσεων και αναγκών που θέτει σε μας η απολύτως αντίστοιχη απειλή που αντιμετωπίζουμε.

Δεν μπορεί και δεν πρέπει η Διακήρυξη των Αθηνών Περί Φιλίας και Καλής Γειτονίας και η λογική των «ήρεμων νερών» να εμποδίζουν την ανάδειξη του νέο-οθωμανικού, αναθεωρητικού και επιθετικού χαρακτήρα της Τουρκίας. Είναι εξωφρενικό να αναστέλλεται η ηλεκτρική διασύνδεση των νησιών μας, καταμεσής του Αιγαίου. Και, μάλιστα σε θαλάσσιες περιοχές που είναι αδιανόητο να υπάρχουν διεκδικήσεις εκ μέρους της Τουρκίας! Πού; Μέσα στο Αιγαίο; Πίσω από μία συστάδα ελληνικών νησιών; Η όποια κίνηση εναντίον μας και εναντίον ιταλικών σκαφών μισθωμένων από γαλλική εταιρεία, για ένα καλώδιο, ανάμεσα από ελληνικά νησιά καταδεικνύει το μέγεθος της τουρκικής επιθετικότητας και της καταχρηστικής συμπεριφοράς της.

Με το να επιμένουμε στη διατήρηση μιας εξωραϊσμένης εικόνας, παρά τα όσα συμβαίνουν, εταίροι και σύμμαχοι δεν αντιλαμβάνονται το μέγεθος της αποθράσυνσης της Τουρκίας ότι λειτουργεί ως νταής και ταραξίας απέναντί μας, αλλά μένουν με την εντύπωση ή, χειρότερα ακόμη προσποιούνται, ότι έχουν εξομαλυνθεί οι σχέσεις μας και είναι μόνο τεχνικά τα ζητήματα μεταξύ μας. Αντιθέτως, είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναδειχθεί προς τα έξω ο πραγματικός και εξόφθαλμα αποσταθεροποιητικός ρόλος της Τουρκίας στην περιοχή και όχι να περνούν λανθασμένα μηνύματα αδυναμίας της Ελλάδας ή ανοιχτών ζητημάτων στην καρδιά του Αιγαίου! Διαφορετικά, αποδίδουμε λόγο στην Άγκυρα για οτιδήποτε αφορά την παραμικρή λειτουργία της Ελλάδος μεταξύ των νησιών της θέτοντας έτσι ουσιαστικά υπό αίρεση την εδαφική μας συνοχή.

Το ίδιο ισχύει και για το σχέδιο δημιουργίας ενός ολοκληρωμένου θαλάσσιου πάρκου, στην καρδιά του Αιγαίου, το οποίο δεν μπορεί να διολισθήσει σταδιακά σε ένα σχέδιο που αποκλείει νησιά από τον αρχικό σχεδιασμό, ώστε να καταλήξει να αποφεύγει να ενσωματώσει περιοχές, όπου η κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανέναν. Ένα πράγμα θέλω να τονίσω. Στις εν λόγω περιοχές στην καρδιά του Αιγαίου, πίσω από ελληνικά νησιά, είναι αδιανόητο να αφήνεται να εννοηθεί ότι θα μπορούσε άλλη χώρα να διεκδικήσει κυριαρχικά δικαιώματα πέραν της Ελλάδας! Επ’ ουδενί!

Δεν υπάρχουν εκκρεμή ζητήματα προς διαπραγμάτευση με την Τουρκία σε τέτοιες περιοχές και αυτό θα πρέπει να γίνει σαφές με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο προς κάθε κατεύθυνση! Όταν μάλιστα, το θράσος της Τουρκίας δεν έχει τέλος, όπως φαίνεται και από τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό που κατέθεσε χθες στην UNESCO, όπου παρουσιάζει το μισό Αιγαίο να ανήκει στη δική της ευθύνη χωροταξικού σχεδιασμού! Όπως και στην ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο.

Επιπλέον τον μεγαλύτερο παραλογισμό τον ζήσαμε με το διαβόητο και νομικώς παντελώς ανυπόστατο Τουρκο–λιβυκό Μνημόνιο. Μια οριοθέτηση που δεν στηρίζεται πουθενά νομικά! Και που εξαλείφει τελείως τα νησιά μας από το χάρτη, για να καταστεί εφικτή! Αυτός ο παραλογισμός θα έπρεπε να καταδειχθεί και να αξιοποιηθεί πιο επίμονα, πιο έντονα. Θα έπρεπε να είχαμε κινηθεί πιο δυναμικά για την ενίσχυση των δικών μας ερεισμάτων στη Λιβύη. Πρόκειται για μια χώρα με την οποία έχουμε άμεση γειτνίαση και με την οποία οι ΑΟΖ μας συνορεύουν, σε αντιδιαστολή με την Τουρκία που δεν έχει καμιά γειτνίαση. Οφείλει η Ελλάδα να διαμορφώσει ολοκληρωμένη και προληπτική εξωτερική πολιτική απέναντί της, με στήριξη των συμμάχων και της επιρροής της εκεί, και όχι να αιφνιδιάζεται από τις πρωτοβουλίες και κινήσεις άλλων.

Κυρίες και κύριοι,

Τα επισημαίνω με έμφαση όλα αυτά διότι βλέπω ορατό έναν σοβαρό κίνδυνο: Σταδιακά, βήμα – βήμα, ανεπαισθήτως (κατά Κωνσταντίνο Καβάφη) να περιέλθει η χώρα σε μη αναστρέψιμη κατάσταση ομηρίας έναντι της Τουρκίας. Με απλά λόγια τίποτα να μη μπορεί να γίνει στην περιοχή χωρίς την έγκρισή της, έστω και αν παραβιάζονται βάναυσα το Διεθνές Δίκαιο, οι Διεθνείς Συνθήκες, τα ισχυρά θεμελιωμένα δίκαια της Ελλάδας. Αυτό πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία.

Κυρίες και Κύριοι,

Ένα τελευταίο σχόλιο που αφορά άμεσα και την ποιότητα της δυτικής δημοκρατίας. Παραθέτω δύο τρία σύντομα αποσπάσματα από το βιβλίο. «Η Δύση δρομολόγησε μια ολόκληρη επιχείρηση φίμωσης ιστοτόπων και λογαριασμών στα social media επειδή δημοσίευαν πληροφορίες εκτός του επίσημου αφηγήματος». «Δεν άφησαν κανένα χώρο για άσκηση κριτικής στις επιλογές της Δύσης, καταργώντας στην πράξη τη θεμελιώδη αξία της φιλελεύθερης δημοκρατίας». «Ακόμα και όταν τα γεγονότα βοούσαν, οι κυβερνήσεις και τα συστημικά ΜΜΕ στην Δύση είχαν, στην πλειονότητά τους, προτιμήσει τη βύθιση στη χοντροκομμένη προπαγάνδα» και παρακάτω «το κλίμα μακαρθισμού που είχε επιβάλει «το κόμμα του πολέμου» είχε οδηγήσει σε εξόφθαλμη συρρίκνωση των δημοκρατικών ελευθεριών, για τις οποίες ήταν δικαιολογημένα υπερήφανη η Δύση».

Όλοι ξέρουμε ότι σε πολεμικές περιόδους υπάρχει πάντα κάποια αυτοσυγκράτηση, ίσως και κάποιος έλεγχος, στην ελεύθερη διακίνηση πληροφοριών και την ελευθερία έκφρασης. Από το σημείο αυτό όμως μέχρι το άλλο άκρο, να διαχέεται συστηματικά χονδροειδής προπαγάνδα στα περισσότερα δυτικά ΜΜΕ, να διασπείρονται απροκάλυπτα fake news, να λιθοβολείται κάθε αντίθετη άποψη και να συκοφαντείται κάθε κριτική σκέψη ως τάχα υποκινούμενη από ρωσικές μυστικές υπηρεσίες η απόσταση είναι τεράστια. Και δικαιολογημένα βάζει σε σκέψεις. Δυσάρεστες σκέψεις.

Αν μάλιστα αυτό συνδυαστεί με τις όλο και συχνότερες απόπειρες κυβερνήσεων σε πολλές χώρες να αξιοποιήσουν προς όφελός τους την δικαστική εξουσία, όπως το είδαμε στις ΗΠΑ, και πιο πρόσφατα στη Γαλλία και την Ρουμανία, είτε επιχειρώντας να σπιλώσουν αντιπάλους είτε ακόμα και να τους αποκλείσουν από τις εκλογές, το πράγμα γίνεται πολύ σοβαρότερο. Η δικαιοσύνη και τα μέσα ενημέρωσης είναι πυλώνες της δημοκρατίας. Και πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού. Η προσπάθεια χειραγώγησης της δικαιοσύνης και των μέσων ενημέρωσης είναι ακραία αντιδημοκρατική συμπεριφορά και συνιστά ορατό κίνδυνο φαλκίδευσης του δυτικού τύπου δημοκρατίας.

Για όλους εμάς που αγωνιστήκαμε για πολλές δεκαετίες και εξακολουθούμε να πιστεύουμε στην ηθική και ποιοτική υπεροχή του Δυτικού πνεύματος, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της ελευθερίας του ανθρώπου αυτό είναι η πρώτιστη και αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα».

Google News