Ο Άρης Βελουχιώτης στον Μοριά – ΕΛΑΣ εναντίον Ταγμάτων Ασφαλείας σε Πύργο και Καλαμάτα– Πώς οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ έφτασαν στον Μελιγαλά; – Οι σφαγές μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας και αμάχων από μέλη του ΕΛΑΣ – Η διαβόητη «Πηγάδα» γεμάτη πτώματα – Υπήρξαν περισσότεροι από 3.000 νεκροί στον Μελιγαλά ή πρόκειται για «εθνικόφρον αφήγημα»;
Μία από τις μελανότερες και φρικιαστικότερες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας είναι όσα διαδραματίστηκαν στη μεσσηνιακή κωμόπολη του Μελιγαλά τον Σεπτέμβριο του 1944. Μελετήσαμε πολλές και διαφορετικές πηγές για να γράψουμε το σημερινό άρθρο. Η κάθε πλευρά δίνει τις δικές της ερμηνείες και εξηγήσεις και διαφορετικούς αριθμούς θυμάτων. Θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες απόψεις και από τις δύο πλευρές και πιστεύουμε ότι και αρκετοί αναγνώστες θα αναφέρουν και στοιχεία που γνωρίζουν οι ίδιοι.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι το σημερινό άρθρο είναι καθαρά ιστορικό, αναφέρεται σε ολέθριες, φονικές συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων πριν από 80 χρόνια, τις οποίες πλήρωσε πολύ ακριβά η χώρα μας. Για μας έχει μεγάλο ενδιαφέρον η παράθεση γεγονότων από το παρελθόν, όσο κι αν μας στεναχωρούν. Από τα λάθη του παρελθόντος πρέπει να διδασκόμαστε και βέβαια να μην τα επαναλαμβάνουμε.
Ο Άρης Βελουχιώτης στον Μοριά
Με τον Νόμο 260/1943 που εκδόθηκε στις 18 Ιουνίου 1943 ιδρύθηκαν από την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη τα «Τάγματα Ασφαλείας» ή «Ράλληδες», με αντικομμουνιστική στόχευση. Περισσότερα στοιχεία για τα Τάγματα Ασφαλείας θα αναφέρουμε σε μελλοντικό μας άρθρο. Η δράση τους εντάθηκε μετά τον Σεπτέμβριο του 1943 και τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας.
Μία από τις περιοχές στις οποίες τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν μεγάλη αριθμητική δύναμη ήταν η Πελοπόννησος. Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. βλέποντας τον κίνδυνο για το «λαϊκό κίνημα» αποφάσισε να λάβει δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Ο Σιάντος, ως μόνο κατάλληλο για την επικράτηση του ΕΛΑΣ στον Μοριά έκρινε τον Άρη Βελουχιώτη, ο οποίος στις 4 Μαΐου 1944, συνοδευόμενος από πολυμελή σωματοφυλακή 60 ανδρών πέρασε από τη Στερεά Ελλάδα στην Πελοπόννησο. Τρεις μέρες αργότερα έφτασε στο «Στρατηγείο» της III «Μεραρχίας» στο όρος Χελμός (Αροάνια).
Στη σύσκεψη που ακολούθησε έλαβαν μέρος ο Καπετάνιος της «Μεραρχίας» «Παπούας» (Νίκος Διένης), γνωστός κι από το άρθρο μας για τον Καίσαρ Σέεμαν (28/12/2019), ο Στρατιωτικός Διοικητής «Αλέξανδρος» (Δημήτριος Κασσάνδρας) και άλλοι αξιωματούχοι του ΕΛΑΣ. Ο Βελουχιώτης παρουσιάστηκε στη σύσκεψη ως υπέρτατος αρχηγός των πάντων, εξέφρασε την ανησυχία της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. για την πορεία του κινήματος στον Μοριά και τόνισε την ανάγκη να ληφθούν επιθετικές πρωτοβουλίες εναντίον των Ταγμάτων Ασφαλείας. Παράλληλα, καθαίρεσε όλη την ηγεσία της «Μεραρχίας».
Η εκκένωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς ξεκίνησε από τα νησιά την 1η Σεπτεμβρίου 1944. Στην Πελοπόννησο, οι αποχωρούντες Ναζί συγκεντρώθηκαν σε προγεφύρωμα γύρω από την Κόρινθο, το οποίο διατηρήθηκε ως τις 3 Οκτωβρίου, ενώ μικρή δύναμη παρέμεινε στην Πάτρα ως τις 4 Οκτωβρίου 1944.
Στις 20 Μαΐου 1944 υπογράφτηκε το «Εθνικό Συμβόλαιο» του Λιβάνου. Παρά τα όσα είχαν συμφωνηθεί, το ΕΑΜ δεν έστειλε στο Κάιρο αντιπροσώπους του για να αναλάβουν τα Υπουργεία που τους είχαν παραχωρηθεί. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου θορυβήθηκε και θεώρησε ότι το ΕΑΜ υπαναχώρησε. Με τη σύμφωνη γνώμη των Υπουργών του ζήτησε από τον Τσόρτσιλ να σταλούν συμμαχικές δυνάμεις στην Ελλάδα, για να αποφευχθεί η αιματοχυσία μεταξύ του ΕΛΑΣ και των άλλων αντάρτικων οργανώσεων, αλλά και των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν έδωσε σαφή απάντηση, αλλά σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. Ρούσβελτ διέταξε τον αρχηγό των Συμμαχικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής Στρατηγό Ουίλσον να ετοιμάσει δύναμη 10.000 ανδρών η οποία θα αποβιβαζόταν στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Το σχέδιο «Μάνα» που καταρτίστηκε από τον Ουίλσον δεν εφαρμόστηκε τελικά, καθώς μόνο μια μικρή συμμαχική δύναμη αποβιβάστηκε στην Πάτρα στα τέλη Σεπτεμβρίου 1944. Εντελώς ξαφνικά, στις 2 Σεπτεμβρίου 1944, το ΕΑΜ απέσυρε τις αντιρρήσεις του και έστειλε τους αντιπροσώπους του στο Κάιρο, οι οποίοι και ανέλαβαν τα υπουργεία που τους είχαν παραχωρηθεί.
Στις 4/9/1944 το Υπουργικό Συμβούλιο εξέδωσε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, το οποίο περιείχε αναφορά στα Τάγματα Ασφαλείας. Ας δούμε ένα σχετικό απόσπασμα: «…αλλά υπάρχουν και σκιαί. Υπάρχουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Έλληνες ετέθησαν εις την υπηρεσίαν των κατακτητών. Η ύπαρξις ενόπλων σωμάτων υπό οποιαδήποτε όνομα στην υπηρεσία του εχθρού αποτελεί έγκλημα κατά της πατρίδος. Παραγγέλομεν εις τους άνδρας των Τ.Α. όπως εγκαταλείψουν τις θέσεις των. Έπειτα από τον σχηματισμό της σημερινής Κυβερνήσεως, δεν υπάρχει πλέον, δια το μέλλον, ούτε καν απόφαση παραμονής των. Όσοι και μετά την σημερινήν εντολήν μας εξακολουθήσουν παραμένοντας εις την υπηρεσίαν του εχθρού οφείλουν να γνωρίζουν ότι θα υποστούν αμείλικτον τιμωρίαν».
Είναι φανερό ότι αν και στο διάγγελμα υπάρχει σαφής καταδίκη των Ταγμάτων Ασφαλείας, δεν υπήρχε σ’ αυτό καμία αναφορά στο τι πρέπει να κάνουν οι άνδρες τους μετά την αποχώρηση των Γερμανών, πού πρέπει να παραδώσουν τον οπλισμό τους, που τους είχε δοθεί από τη Βέρμαχτ και ποιος και με ποιον τρόπο θα εγγυηθεί την ασφάλειά τους. Η Ήπειρος, όπου δρούσε ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα και η Πελοπόννησος, όπου τα Τάγματα Ασφαλείας έχοντας και τη στήριξη του τοπικού πληθυσμού κατείχαν σχεδόν όλες τις πόλεις, τις κωμοπόλεις και τους συγκοινωνιακούς κόμβους, ήταν οι μόνες περιοχές που δεν βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του ΕΛΑΣ.
Οι σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και Ταγμάτων Ασφαλείας σε Πύργο και Καλαμάτα
Μετά το διάγγελμα της Κυβέρνησης Εθνικής Ενώσεως και της αποχώρησης των Γερμανών, τα Τ.Α. βρέθηκαν μετέωρα. Έτσι, η ηγεσία τους αποφάσισε να παραμείνουν στις θέσεις τους και να περιμένουν την άφιξη της Κυβέρνησης από το εξωτερικό. Όμως, η ηγεσία του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου απαίτησε την άμεση διάλυση των Ταγμάτων Ασφαλείας και την παράδοσή τους στον ΕΛΑΣ, κάτι που δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό. Μετά από αυτό, ο Άρης Βελουχιώτης, ως Γενικός Αρχηγός του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου, κινητοποίησε όλες τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και των υπόλοιπων οργανώσεων του Κ.Κ.Ε. και άρχισε να επιτίθεται στα Τάγματα Ασφαλείας, στις πόλεις όπου αυτά ήταν εγκατεστημένα.
Οι πρώτες πόλεις που δέχθηκαν την επίθεση των Ελασιτών ήταν ο Πύργος και η Καλαμάτα. Στον Πύργο, τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν εγκατασταθεί στις 20 Μαΐου 1944 με Διοικητή τον Ταγματάρχη Γεώργιο Κοκκώνη, ο οποίος είχε αξιόλογη δράση στο αλβανικό μέτωπο και ήταν ιδιαίτερα τολμηρός και ριψοκίνδυνος. Ήταν άκαμπτος και σκληρός απέναντι στο ΕΑΜ. Ο αμείλικτος Κοκκώνης κυνήγησε ανελέητα τους κομμουνιστές της Ηλείας. Συνέλαβε εκατοντάδες και διέταξε τη σύλληψη των πλέον επικίνδυνων από αυτούς. Η ζωή των κατοίκων της Ηλείας από τις συγκρούσεις Ελασιτών και Ταγματασφαλιτών είχε γίνει μαρτυρική.
Η δύναμη του Τάγματος ανερχόταν σε 600 περίπου άνδρες και ήταν εγκατεστημένη σε φυλάκια έτσι ώστε να καλύπτεται αμυντικά όλη η πόλη του Πύργου, μέσα στην οποία υπήρχε και δύναμη 100 Χωροφυλάκων.
Η είδηση της αποχώρησης των Γερμανών στις 4 Σεπτεμβρίου έγινε δεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό και στον Πύργο. Την επόμενη μέρα οργανώθηκε πανηγυρική εκδήλωση στην Πλατεία του Δημαρχείου, όπου αναγνώστηκε διαταγή του Κοκκώνη με την οποία απαγόρευε κάθε συγκέντρωση ως την εγκατάσταση της Ελληνικής Κυβέρνησης στη χώρα. Οι Γερμανοί, πριν εγκαταλείψουν τον Πύργο ζήτησαν από τον Κοκκώνη να τους ακολουθήσει και να μετακινηθεί το Τάγμα στην Πάτρα. Το ίδιο πρότεινε και ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Κουρκουλάκος, επικεφαλής των Τ.Α. στη Βόρεια Πελοπόννησο, που πήγε μάλιστα στον Πύργο για να μεταπείσει τον Κοκκώνη, μάταια όμως.
Ο τελευταίος πίστευε ότι έπρεπε να παραμείνει στον Πύργο και ότι μπορούσε να συνεννοηθεί με την ηγεσία του ΕΑΜ. Απελευθέρωσε μάλιστα περίπου 800 έγκλειστους σε στρατόπεδα κομμουνιστές. Οι πρώτες διαπραγματεύσεις Τ.Α. και ΕΑΜ-ΕΛΑΣ απέβησαν άκαρπες, καθώς ο Κοκκώνης ζήτησε μέσω επιτροπής, να διατηρήσει την πόλη του Πύργου και την γύρω από αυτή περιοχή σε ακτίνα 5-6 χιλιομέτρων μέχρι την άφιξη της Κυβέρνησης. Η ηγεσία του ΕΑΜ δεν δέχτηκε την αξίωση αυτή και ζήτησε απευθείας συνάντηση με τον Κοκκώνη. Αυτή έγινε στις 6/9. Οι Ελασίτες απαίτησαν την άμεση διάλυση του Τάγματος και την παράδοση σ’ αυτούς του οπλισμού του.
Ο Κοκκώνης αρνήθηκε και αποφάσισε άμυνα μέχρι τέλους. Μετά την άρνηση αυτή, η ηγεσία του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου διέταξε άμεση επίθεση, που ξεκίνησε το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου. Τα φυλάκια των Τ.Α. έπεφταν στα χέρια του ΕΑΜ το ένα μετά το άλλο και οι άντρες τους σκοτώνονταν στις μάχες ή εκτελούνταν αργότερα. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν κι ο Κοκκώνης. Το απόγευμα της 9ης Σεπτεμβρίου η νέα ηγεσία του Τάγματος αντιλήφθηκε ότι είναι μάταιο να συνεχίσει τον αγώνα και εγκατέλειψε τον Πύργο, διαφεύγοντας προς την Πάτρα.
Οι Ελασίτες και οι ακόλουθοί τους μπήκαν στον Πύργο και δολοφονούσαν όχι μόνο τα μέλη των Τ.Α., αλλά και πολίτες που πιθανόν να ήταν φιλικά διακείμενοι προς αυτά. Συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν επίσης επιφανείς κάτοικοι της πόλης (γιατροί, δικηγόροι κ.ά.), μόνο και μόνο επειδή ανήκαν στην αστική τάξη. Συνολικά εκτελέστηκαν 525 ιδιώτες και στρατιωτικοί. Άλλοι 180 παραπέμφθηκαν σε ανταρτοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο, όμως με παρέμβαση του «Αρχηγείου» του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου διασώθηκαν (Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, φ. 915/Β/6, ΑΣ/ΔΙΣ, «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος» σελ. 53-58 κ.ά.).
Στην πόλη της Καλαμάτας υπήρχαν 500 άνδρες Τάγματος Ασφαλείας με Διοικητή τον Επίλαρχο Χριστόπουλο και 150 Χωροφύλακες, με Διοικητή τον Ταγματάρχη Χωροφυλακής Ιωάννη Φραγκουδάκη. Την ανώτατη διοίκηση είχε ο Νομάρχης Δημήτριος Περρωτής. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η κομμουνιστική ηγεσία ζήτησε από τον Περρωτή την παράδοση του οπλισμού του Τάγματος, τον περιορισμό των ανδρών του Τάγματος και των Χωροφυλάκων στο στρατόπεδο της πόλης και την παραπομπή όσων είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς σε ανταρτοδικείο.
Ο Περρωτής απέρριψε τους όρους αυτούς ως απαράδεκτους και αποφάσισε, σε συνεννόηση και με τους επικεφαλής των τμημάτων, αντίσταση σε περίπτωση επίθεσης των κομμουνιστών. Στην Καλαμάτα είχαν συγκεντρωθεί για να γλιτώσουν από το Εαμικό μένος ακόμα και λιποτάκτες του ΕΛΑΣ! Υπήρχαν επίσης άτομα που είχαν εκδηλώσει αντικομμουνιστικά αισθήματα, άνδρες από διαλυμένους σταθμούς Χωροφυλακής κ.ά.
Η κομμουνιστική ηγεσία από την άλλη πλευρά έδωσε μεγάλο βάρος στην ψυχολογική προετοιμασία των ανδρών της, για την επίτευξη του σκοπού της. Έτσι, στάλθηκε στην Καλαμάτα ο Νίκος Μπελογιάννης, έμπιστος του Σιάντου. Ευφυής, έμπειρος και δεινός ρήτορας, μπορούσε να εμπνεύσει τα στελέχη του Κ.Κ.Ε. και τους Ελασίτες.
Όλος ο μηχανισμός του Κ.Κ.Ε. και τα ηγετικά στελέχη της περιοχής, προετοίμαζαν με εμπρηστικούς λόγους τους Ελασίτες να δείξουν αυτοθυσία και αποφασιστικότητα στη διάρκεια της επικείμενης επίθεσης στην Καλαμάτα. Μεγάλος αριθμός έξαλλων χωρικών συγκεντρώθηκε έξω από την Καλαμάτα. Ήταν οπλισμένοι με ρόπαλα και τσεκούρια. Ο πληθυσμός της υπαίθρου της Μεσσηνίας λόγω της αποκήρυξης των Ταγμάτων Ασφαλείας από την Κυβέρνηση και τον χαρακτηρισμό τους ως «προδοτικά» και ως όργανα των Γερμανών είχε σφοδρό μένος εναντίον τους και ήταν φιλικά προσκείμενος προς το ΕΑΜ.
Ως τις απογευματινές ώρες της 7ης Σεπτεμβρίου οι κομμουνιστές είχαν συγκεντρώσει γύρω από την Καλαμάτα τις δυνάμεις τους υπό την ηγεσία των «Ωρίωνα» (Γιάννης Μιχαλόπουλος), «Σφακιανού» (Γιώργης Αρετάκης) και Γιάννη Καραμούζη. Οι υπερασπιστές της πόλης αμύνονταν από τη Διοίκηση Χωροφυλακής, το κάστρο, το Αστυνομικό Τμήμα, το Στρατόπεδο και το Δικαστικό Μέγαρο. Η τακτική αυτή ήταν λανθασμένη και αποδείχτηκε ότι δεν δυσκόλεψε καθόλου τις κομμουνιστικές δυνάμεις. Πράγματι, το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου 1944 ξεκίνησε η επίθεση των Ελασιτών που κατέλαβαν τα κτίρια που βρίσκονταν οι υπερασπιστές της Καλαμάτας, το ένα μετά το άλλο. Και όσοι βρίσκονταν στα διάφορα φυλάκια σκοτώθηκαν ή κάηκαν.
Στο κτίριο της Διοίκησης κατέφυγαν οι ελάχιστοι διασωθέντες, ανάμεσά τους ο Νομάρχης, ο Εισαγγελέας, η ηγεσία των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλοι. Μετά από σύσκεψη αποφάσισαν να κινηθούν προς τον Μελιγαλά για να ενωθούν με το εκεί Τάγμα Ασφαλείας. Στις 12 τα μεσάνυχτα ξεκίνησε η έξοδος, αφού κατάφεραν να διασπάσουν τον κλοιό των Ελασιτών. Μαζί με όσους αναφέραμε, προς τον Μελιγαλά κατευθύνθηκαν και 1.000 περίπου πολίτες με τις οικογένειές τους. Στις 10 Σεπτεμβρίου η Καλαμάτα έπεσε στα χέρια του ΕΛΑΣ. Όσοι πολίτες θεωρούνταν αντικομμουνιστές συλλαμβάνονταν και παραδίνονταν στον δήμιο, ο οποίος τους έσφαζε.
Η μεγαλύτερη σφαγή έγινε στη συνοικία Ράχη, όπου σφαγιάστηκαν 200 άτομα. Μετά το αρχικό κύμα αυτοδικίας, η ηγεσία του ΕΛΑΣ αποφάσισε να τηρήσει τα προσχήματα και ξεκίνησε τη λειτουργία των ανταρτοδικείων. Συνολικά 450 Καλαματιανοί στρατιωτικοί ή ιδιώτες σφαγιάστηκαν ή εκτελέστηκαν στην Καλαμάτα, ανάμεσά τους ο Δήμαρχος της πόλης Ηλίας Καρατζάς.
Η επίθεση των Ελασιτών στον Μελιγαλά
Η μεγαλύτερη σφαγή όμως έγινε στον Μελιγαλά. Πρόκειται για μια από τις πιο «μαύρες» σελίδες της νεότερης ιστορίας της χώρας μας. Ο αριθμός νεκρών στον Μελιγαλά και η διαβόητη «Πηγάδα» αποτελούν στίγμα για τους υπεύθυνους και όσους διέταξαν τις σφαγές. Μέχρι σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο πόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στον Μελιγαλά τον Σεπτέμβριο του 1944. Θα αναφέρουμε στοιχεία από διάφορες πηγές, ενώ θα παραθέσουμε και τις απόψεις στελεχών του ΕΑΜ και του Κ.Κ.Ε., που δίνουν μια τελείως διαφορετική εικόνα.
Για λόγους δεοντολογίας οφείλουμε να παρουσιάσουμε στοιχεία και από τις δύο πλευρές και οι αναγνώστες μας, πολλοί από τους οποίους δεν γνωρίζουν τα γεγονότα του Μελιγαλά, μπορούν να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Στον Μελιγαλά είχε εγκατασταθεί από τον Απρίλιο του 1944 ένα Τάγμα Ασφαλείας υπό τη διοίκηση του Ταγματάρχη Παναγιώτη Στούπα. Η δύναμη του Τάγματος ήταν 80 άνδρες και είχε ως αποστολή την προστασία του Μελιγαλά, των Γαργαλιάνων και των γύρω περιοχών. Επικεφαλής των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην περιοχή του Μελιγαλά ήταν οι Μπράβος και Καραμούζης.
Τον Απρίλιο του 1944 το Τ.Α. Μελιγαλά δέχτηκε την πρώτη επίθεση από τους Ελασίτες, την οποία κατάφερε να αποκρούσει. Η Διοίκησή του μετά την επιτυχία αυτή έλαβε σκληρά μέτρα, εναντίον των κομμουνιστών, αφόπλισε μαχητικές ομάδες και συνέλαβε και πράκτορες του Κ.Κ.Ε. Η δύναμη του Τάγματος έφτασε τους 1.000 και πλέον άντρες. Τη διοίκησή του ανέλαβε ο Ταγματάρχης Διονύσιος Παπαδόπουλος, ενώ ο Παναγιώτης Στούπας πήγε στους Γαργαλιάνους για να οργανώσει και εκεί Τάγμα Ασφαλείας.
Οι ηγέτες των Ελασιτών Μπράβος και Καραμούζης μετά την αποτυχία τους στον Μελιγαλά ξέσπασαν σε βάρος αθώων πολιτών. Εκατοντάδες χωρικών οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα του Ταΰγετου όπου τμήματα της ΟΠΛΑ αναλάμβαναν την εξόντωσή τους. Οι κάτοικοι των χωριών γύρω από τον Μελιγαλά έσπευσαν να βρουν εκεί καταφύγιο. 3.000 κάτοικοι από τα χωριά Δώριο, Καλλιρρόη, Ζευγολατιό, Διαβολίτσι και 150 ένοπλοι από το Κοπανάκι κατέφυγαν στον Μελιγαλά που έφτασε να έχει 7.000 κατοίκους. Το Τάγμα Ασφαλείας του Μελιγαλά ενισχυμένο με τους άνδρες από το Κοπανάκι και τους διασωθέντες από την Καλαμάτα έλαβε θέσεις άμυνας εν όψει της επίθεσης των Ελασιτών. Βασικό μειονέκτημα των αμυνόμενων ήταν η έλλειψη βαρέων όπλων.
Στις 04.45 της 14ης Σεπτεμβρίου 1944 ο Μελιγαλάς βρέθηκε περικυκλωμένος από τις δυνάμεις του 8ου και του 9ου «Συντάγματος» υπό τη διοίκηση των Σωτήρη Ρουμπέα και Ηλία Κλάπα αντίστοιχα. Υπήρχαν επίσης δυνάμεις του εφεδρικού ΕΛΑΣ και πολλοί κομμουνιστές της Μεσσηνίας. Η επίθεση άρχισε στις 5.00 π.μ. . Οι Ελασίτες που είχαν στη διάθεσή τους όλμους και πολυβόλα άρχισαν τις επιθέσεις στα φυλάκια. Αρχικά οι επιθέσεις αποκρούονταν με επιτυχία. Επί τρεις ημέρες οι αμυνόμενοι επέδειξαν απίστευτο θάρρος και μαχητικότητα. Το φυλάκιο της Κάτω Ρούγας ήταν αυτό που είχε τη μεγαλύτερη σημασία λόγω της θέσης του.
Εκεί εστίασαν τις επιθέσεις τους οι Ελασίτες με επικεφαλής τον Κανελλόπουλο και το απόγευμα της 16ης Σεπτεμβρίου κατόρθωσαν να το καταλάβουν και να μπουν στον Μελιγαλά. Για να αποφευχθούν τα χειρότερα, αποφασίστηκε να συγκροτηθεί επιτροπή από τις Αρχές του Μελιγαλά, τον πολιτευτή Περικλή Μπούτο, τον Νομάρχη Περρωτή και Βρετανούς συνδέσμους, η οποία θα ερχόταν σε συνεννόηση με την ηγεσία του ΕΑΜ, για παράδοση της κωμόπολης με τον όρο να μην γίνουν σφαγές και λεηλασίες. Πριν καλά καλά βγει η επιτροπή από τον Μελιγαλά οι άνδρες των φυλακίων εξαπατημένοι από τους κομμουνιστές έπαψαν να αμύνονται.
Έτσι, τμήματα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τους Κανελλόπουλο, Ωρίωνα και Σφακιανό μπήκαν στον Μελιγαλά. Στην κωμόπολη επικράτησε αναρχία. Οι Ελασίτες άρχισαν συλλήψεις των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, πολλούς από τους οποίους σκότωσαν εν ψυχρώ, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις οικιών (περισσότερες από εκατό).
Το πρωί της 17ης Σεπτεμβρίου κοινοποιήθηκε στους κατοίκους να συγκεντρωθούν όλες και όλοι σε ορισμένα σημεία της κωμόπολης. Από εκεί άρχισε ο διαχωρισμός τους και η μεταφορά στα γειτονικά χωριά Νεοχώριο, Μερόπη, Σολάκιο και Ανθούσα. Οι περισσότεροι όμως κρατήθηκαν στον περιτοιχισμένο χώρο «Μπεζεστένι» (η λέξη είναι τουρκικής αρχής, bezesten= αρχαιοπωλείο, από την οποία προήλθε η μεσαιωνική λέξη πεζεστένι που έγινε έπειτα μπεζεστένι και σημαίνει ‘μεγάλη σκεπαστή αγορά με πολλά εμπορικά καταστήματα’).
Απ’ όσους μεταφέρθηκαν στο Νεοχώριο, σφαγιάστηκαν 150. Στη Μερόπη μεταφέρθηκαν ο Νομάρχης Περρωτής, άλλοι Καλαματιανοί αξιωματούχοι, 27 αξιωματικοί των Ταγμάτων Ασφαλείας και πολλοί οπλίτες. Ο Βελουχιώτης διέταξε να ξεγυμνωθούν όλοι και να μαστιγωθούν ανελέητα. Έπειτα εκτελέστηκαν όλοι, πλην του Περρωτή και των άλλων Καλαματιανών. Αλλά και στα χωριά Σολάκιο και Ανθούσα εκτελέστηκαν 200 άτομα.
Μια επιτροπή Ελασιτών από τους Μπράβο, Καραμούζη και Φράγκο επέλεξε ορισμένα γυναικόπαιδα από το «Μπεζεστένι» για ν’ αφεθούν ελεύθερα. Καθώς όμως έφευγαν για τα σπίτια τους πυροβολήθηκαν πισώπλατα και πολλά γυναικόπαιδα σκοτώθηκαν. Σε λίγο έφτασε στο «Μπεζεστένι» ο Βελουχιώτης με τους σωματοφύλακές του και τον Κλάπα. Βλέποντας εκεί 2.000 άτομα εξοργίστηκε και διέταξε εκκαθάριση με σφαγή.
Μαινόμενοι οπαδοί του ΚΚΕ έσφαζαν αδιάκριτα όποιον έγκλειστο έβρισκαν μπροστά τους. Το θέαμα ήταν τόσο αποτρόπαιο που ανάγκασε την τοπική ηγεσία του ΕΑΜ να διατάξει την περισυλλογή και την ταφή των νεκρών. Πολλοί κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στα χωριά τους (Οιχαλία, Μερόπη κ.ά.) από συγχωριανούς τους όπου και εκτελέστηκαν. Παρά τον μεγάλο αριθμό των εκτελεσθέντων υπήρχαν ακόμα στο «Μπεζεστένι» εκατοντάδες κρατούμενοι. Η ηγεσία του ΚΚΕ βασισμένη στην αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας αποφάσισε την εξόντωση όλων των ανδρών τους. Ο Βελουχιώτης στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας του ΚΚΕ εξέδωσε την υπ’ αριθμόν ΕΠΕ/330/13-9-44 διαταγή της ΙΙΙ «Μεραρχίας» στην οποία καθόριζε: «Πας συλλαμβανόμενος ταγματασφαλίτης θα τουφεκίζεται επιτόπου».
Η «Πηγάδα του Μελιγαλά»
Με βάση τη διαταγή αυτή ο Μπράβος και ο Καραμούζης συγκρότησαν εκτελεστικά αποσπάσματα από τμήματα του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ υπό τη διοίκηση των Γιώργου Μάντζαρη και Νίκου Μητρόπουλου που ανέλαβαν να εκτελέσουν όσους είχαν «προγραφεί». Όσοι επρόκειτο να εκτελεστούν οδηγήθηκαν αλυσοδεμένοι κατά εκατοντάδες στη θέση «Πηγάδα», 2 χλμ. έξω από τον Μελιγαλά. Η Πηγάδα ήταν ένα είδος φρέατος που είχε ανοιχτεί για τις ανάγκες ύδρευσης του Μελιγαλά.
Πρώτα εκτελέστηκαν περίπου εκατό καταγόμενοι από το Κοπανάκι. Ακολούθησαν όσοι κατάγονταν από τα χωριά Διαβολίτσι, Κατσαρού, Δεσύλλας, Ζευγολατιό, Νεοχώριο, Στενύκλαρος, Μαγούλα και Σολάκι. Στο τέλος, ήρθε η σειρά του Μελιγαλά. Μια συνοδεία 80 ατόμων οδήγησε όλους τους κρατούμενους στην «Πηγάδα». Εκεί, ρίχτηκαν κατά την επίσημη εκδοχή 2.000 πτώματα. Συνολικά, εντός και εκτός Μελιγαλά, δολοφονήθηκαν περισσότερα από 3.500 άτομα. Και τα δύο παραπάνω νούμερα προέρχονται από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. Οι προσκείμενοι στο ΚΚΕ αναφέρουν ότι τα θύματα ήταν από 400-1.000.
Ανάμεσά τους, ο Δήμαρχος Αλκιβιάδης Παπαδόπουλος, ο Γυμνασιάρχης Παναγιώτης Τσίτουρας, οι γιατροί Αλκιβιάδης Λαντζούνης και Δημήτριος Δρούτσας, ο δικηγόρος Λυκούργος Λαντζούνης, ο φαρμακοποιός Κωνσταντίνος Λάσκαρης και άλλοι διακεκριμένοι πολίτες. Και ο ΕΛΑΣ είχε όμως θύματα. Ανάλογα με την πηγή, ο αριθμός των νεκρών ξεκινά από 30 νεκρούς και φτάνει τους 120 και των τραυματιών από 60 και φτάνει τους 200.
Οι ευθύνες του Άρη Βελουχιώτη για το μακελειό στον Μελιγαλά
Για τα φριχτά εγκλήματα στον Μελιγαλά, η ευθύνη του Άρη Βελουχιώτη είναι τεράστια. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Σπύρος Ξιάρχος που συμμετείχε στις σφαγές: τα θύματα δεν ήταν μόνο ταγματασφαλίτες αλλά και άμαχοι, οι δε φόνοι στην Πηγάδα ήταν οργανωμένες εκτελέσεις που έγιναν με την έγκριση του Άρη Βελουχιώτη. Ο Βελουχιώτης παρέμεινε στον Μελιγαλά και τη γύρω περιοχή ως τις πρωινές ώρες της 17ης Σεπτεμβρίου 1944 που άρχισαν να γίνονται οι οργανωμένες εκτελέσεις στην Πηγάδα.
Έφυγε μετά από τον Μελιγαλά και πήγε στην Καλαμάτα για να παρεβρεθεί στο λιντσάρισμα 19 κρατουμένων από τον Μελιγαλά! Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Βελουχιώτης τόσο στον Μελιγαλά όσο και στους Γαργαλιάνους δεν έμεινε σε σπίτια «συντρόφων» του καθώς φαίνεται ότι δεν τους εμπιστευόταν. Τόσο ο ίδιος και οι σωματοφύλακές του δεν συγκινούνταν από τις σφαγές. Στις 15 Σεπτεμβρίου μετά τις αυτοδικίες και το πλιάτσικο στο Μελιγαλά, έψαχναν λαμαρίνες για να ψήσουν αρνιά. Έπρεπε να έχουν δυνάμεις για το μαστίγωμα των αιχμαλώτων στη Μερόπη, την επόμενη μέρα.
Και στους Γαργαλιάνους όμως ο Βελουχιώτης με τους άντρες του έφαγαν πολύ καλά και μάλιστα στο πάτωμα του σπιτιού όπου έμεναν. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ απεχθάνονταν τα τραπέζια καθώς ήθελαν να προβάλλουν την εικόνα μπαρουτοκαπνισμένου και σκληροτράχηλου επαναστάτη. Ανάμεσα στους υπεύθυνους για τον Μελιγαλά, ήταν και οι Μπελογιάννης, Μπλάνας και Κουλαμπάς.
Τι γράφουν μέλη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ για τον Μελιγαλά
Υψηλόβαθμα στελέχη του ΕΑΜ που είναι επιβεβαιωμένο ότι συμμετείχαν στα εγκλήματα του Μελιγαλά, στα απομνημονεύματά τους ή σε συνεντεύξεις τους ισχυρίζονται ότι δεν ήταν παρόντες λόγω ασθενείας ή τραυματισμού, δεν αναφέρονται καθόλου στον Μελιγαλά, λένε ότι έφυγαν μόλις ξεκίνησε η μάχη κ.λπ. Ας δούμε τι γράφουν ορισμένοι «απολογητές» του Μελιγαλά:
«Το 9ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ οργανώνει επίθεση στον Μελιγαλά, όπου αμύνονται 1.500 άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας με την υποστήριξη ισχυρού πυροβολικού. Ύστερα από σκληρή μάχη 48 ωρών ο Άρης μπαίνει στην πόλη και εγκαθιστά αμέσως Ανταρτοδικεία, οι θανατικές αποφάσεις των οποίων εκτελούνταν χωρίς καθυστέρηση…» (Ροβήρος Μανθούλης, «Το Ημερολόγιο του Εμφύλιου Διχασμού»).
«Η λυκοφωλιά του Μελιγαλά, ο προμαχώνας των αλητών της Πελοποννήσου δεν υπάρχει πια. Οι σταυραετοί μας ξέπλυναν το άγος… συνέτριψαν πάνω από 1.300 Γερμανοπροδότες… χάρισαν τη λευτεριά στη ματοβαμμένη ύπαιθρο της Μεσσηνίας» (εφ. «Νεανική Φλόγα», της Καλαμάτας, στις 22/9/1944).
«Η απελευθέρωση του Μελιγαλά… Ο Μελιγαλάς σημαντικό στρατηγικό σημείο, τέλεια οχυρωμένο και προστατευμένο από 1.000 άρτια εξοπλισμένους προδότες… Όλοι οι προδότες εξοντώθηκαν (εφ. «Λεύτερος Μωριάς», 18/9/1944).
«Οι Μοναρχικοί τρομοκράτες μιλούν για τρομοκρατία του ΕΑΜ. Πάλι οι δολοφονίες αθώων, πάλι η Πηγάδα, πάλι ο Μελιγαλάς. Ούτε λίγο ούτε πολύ προσπαθούν ν’ αποδέιξουν ότι οι φονευθέντες εθνοπροδότες στον Μελιγαλά εδολοφονήθησαν και εσφάγησαν… Οι περισσότεροι που βρίσκονται στην Πηγάδα σκοτώθηκαν στην τριήμερη μάχη. Όσο για τους υπόλοιπους μάχιμους πού εκτελέστηκαν, αφού πιάστηκαν; Απλώς τιμωρήθηκαν για γνωστά και αποδεδειγμένα εγκλήματά τους» (εφ. «Λαϊκή Νίκη», 30/7/1945).
«Τίποτα δεν έγινε, καμία σφαγή, καμιά βαρβαρότητα από την πλευρά των ανταρτών. Η Πηγάδα του Μελιγαλά είναι ένα κακόγουστο παραμύθι που τόσο το χρειάζονται σήμερα και πάντοτε οι πρώην συνεργάτες των Γερμανών» (Λευτέρης Καπελλάκος, «Αντάρτικο στον Ταΰγετο, Στο 8ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ»).
Ο αρχηγός του ΕΛΑΣ Στέφανος Σαράφης, γράφει: «Ύστερα από σκληρό τριήμερο αγώνα εναντίον ταγματασφαλιτών καταλήφθηκε ο Μελιγαλάς. Ράλληδες (σημ: άνδρες των ΤΑ) νεκροί 800, ελασίτες 70 νεκροί, 130 τραυματίες» («Ο ΕΛΑΣ», 1980).
«Μέσα σε μισή ώρα δεν απόμεινε ούτε ένας ορθός απ’ τους ταγματασφαλίτες. Τους τράβηξαν μετά και τους πέταξαν μέσα σε μια γιγάντια πηγάδα, κουβάλησαν λιθάρια και χώματα και τη βούλωσαν» (Κωστής Παπαγκόγκος, «Καπετάν Άρης»).
«Η μάχη κρατεί από τις 13 ως τις 15 του Σεπτέμβρη. Στο τέλος το φρούριο πέφτει αλλά οι ταγματασφαλίτες που παραδίδονται εκατοντάδες, είτε εκτελούνται χωρίς διατυπώσεις είτε λιντσάρονται από τον πληθυσμό» (Θανάσης Χατζής, «Η Νικηφόρος Επανάσταση που Χάθηκε»). Ο Θ. Χατζής ήταν μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ και Γραμματέας του ΕΑΜ.
«Η μάχη κράτησε 63 ώρες. Η παράδοση των όπλων έγινε μέσα στον Μελιγαλά. Αφού τους αφοπλίσαμε τους διώχναμε. Κρατάγαμε μόνο τους αξιωματικούς του στρατού και της αστυνομίας» (Βαγγέλης Λάτσης, «Οι Αντάρτες του Πάρνωνα-Αναμνήσεις από τη δράση του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ»).
«Ύστερα από τριήμερο λυσσώδη και άνισο αγώνα τμήματός μας μπήκανε στον Μελιγαλά αφού συντρίψανε την άμυνα 1.000 και παραπάνω Ράλληδων που διεκδίκησαν την πόλη σπίτι προς σπίτι και 800 σκοτώθηκαν στη μάχη. Δικές μας απώλειες 60 νεκροί και 150 τραυματίες» (Νίκος Αναγνωστόπουλος, «Παράνομος Τύπος-Κατοχή: 1941-1944»).
Ο Παντελής Μούτουλας γράφει ότι ο Άρης, ο Ωρίων και οι άλλοι καπεταναίοι έφυγαν βορειότερα για να πολεμήσουν τους Γερμανούς, κάτι που δεν έγινε ποτέ, ο Κώστας Μπίρκας ότι στον Μελιγαλά μαζί με τους ταγματασφαλίτες πολεμούσαν και Γερμανοί (παντελώς ψευδές, οι Γερμανοί είχαν φύγει στις 4/9 από τον Μελιγαλά), ενώ ο Στάθης Κανναβός, μέλος της Επιτροπής του ΕΑΜ στο «Μπεζεστένι» του Μελιγαλά γράφει: «Στην οχυρωμένη… κωμόπολη του Μελιγαλά έχουν συγκεντρωθεί… οι πιο αιμοσταγείς ταγματαλήτες (sic) 2 επαρχιών… Ο ΕΛΑΣ έχασε όσα σε καμία μάχη του με τους Γερμανούς, κάπου 200 διαλεχτά παλικάρια. Οι ταγματαλήτες… έβγαλαν από το Μπεζεστένι τους ομήρους τους και τους εκτελούσαν».
Ο γιατρός Στάθης Κανναβός που συναποφάσιζε ποιοι θα εκτελεστούν, μόνο που δεν γράφει ότι στην Πηγάδα ρίχτηκαν δολοφονημένοι Ελασίτες… Ο «Μικροπολιτικός» στα «Νέα» (17/11/2003) γράφει για «… την Πηγάδα του Εμφυλίου που προκάλεσαν οι Χίτες!!!».
Βέβαια, το «σύνθημα» για την αποποίηση ευθυνών των Ελασιτών έδωσε ο ίδιος ο Βελουχιώτης. Ο Ευάγγελος Μαχαίρας, που συμμετείχε στα γεγονότα, γράφει: « Πηγαίνοντας προς την Τρίπολη με τον Άρη και τον Κανελλόπουλο, ρώτησε ο Κανελλόπουλος τον Άρη αν ξέρει τίποτα για τις εκτελέσεις που λένε ότι έγιναν στον Μελιγαλά. Ο Άρης είπε ότι δεν ξέρει τίποτα γιατί λείπαμε στους Γαργαλιάνους-Πύλο».
Κάπου εδώ κλείνουμε αυτό το μακροσκελέστατο άρθρο. Νομίζουμε ότι παραθέσαμε τις απόψεις και των δύο πλευρών. Από εκεί και πέρα ο καθένας κι η καθεμία μπορούν να έχουν όποια γνώμη θέλουν. Παρακαλούμε θερμά, όχι υβριστικά και διχαστικά σχόλια. Η χώρα μας χρειάζεται στους δύσκολους σημερινούς καιρούς απόλυτη σύμπνοια και ομοψυχία. Και όσα έγιναν πριν από 80 χρόνια στον Μελιγαλά να αποτελέσουν παράδειγμα προς αποφυγή και να διδάξουν εμάς τους νεότερους για το μέλλον…