Νέα έρευνα έφερε στο φως πιο ανησυχητικά στοιχεία για την επιβλαβή δράση στο ήπαρ ενός ευρέως χρησιμοποιούμενου παυσίπονου σε σχέση με ό,τι ήταν ήδη γνωστό.
Πρόκειται για τη δραστική ουσία ιβουπροφαίνη με αναλγητική, αντιπυρετική και αντιφλεγμονώδη δράση, η οποία ανήκει στα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) και για την οποία έχει ήδη τεκμηριωθεί ότι σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών προβλημάτων έως και εγκεφαλικού επεισοδίου.
Ωστόσο, η σύνδεσή της με επιπλοκές στην ηπατική λειτουργία ήταν κάτι που είχε ελάχιστα διερευνηθεί και διευκρινιστεί στο παρελθόν, τονίζει ο επικεφαλής της μελέτης Δρ. Aldrin Gomes, Καθηγητής στο Τμήμα Νευροβιολογίας, Φυσιολογίας και Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Βιολογικών Σπουδών UC Davis.
Τα σχετικά ευρήματα που δημοσιεύτηκαν στο Scientific Reports, προέκυψαν κατόπιν πειραμάτων σε ποντίκια. Κατά την ερευνητική διαδικασία, ο Δρ. Gomes, σε συνεργασία με τη μεταδιδακτορική ερευνήτρια Shuchita Tiwari και άλλους ερευνητές, χορήγησαν επί μία εβδομάδα σε ποντίκια μια ποσότητα ιβουπροφαίνης αντίστοιχη με αυτή που θα λάμβανε ένας ενήλικας σε καθημερινή βάση (περίπου 400 mg ). Στη συνέχεια, με τη χρήση προηγμένης φασματομετρίας μάζας στο ερευνητικό εργαστήριο του UC Davis, συνέλεξαν τις απαραίτητες πληροφορίες για κάθε στάδιο των μεταβολικών οδών στα ηπατικά κύτταρα.
Όπως αποδείχτηκε, τουλάχιστον 34 διαφορετικές μεταβολικές οδοί υπέστησαν μεταλλάξεις στα αρσενικά ποντίκια που έλαβαν ιβουπροφαίνη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με τον μεταβολισμό των αμινοξέων, των ορμονών και των βιταμινών, καθώς και την παραγωγή αντιδραστικού οξυγόνου και υπεροξειδίου του υδρογόνου μέσα στα κύτταρα. Το υπεροξείδιο του υδρογόνου βλάπτει τις πρωτεΐνες και «διαταράσσει» τα ηπατικά κύτταρα.
Διαφορετική επίδραση στα δύο φύλα
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα εύρημα σχετικά με το πώς επιδρά η ιβουπροφαίνη στα δύο φύλα. Το πειράματα στα ποντίκια αποκάλυψαν διαφορετικές και σε ορισμένες περιπτώσεις αντίθετες επιδράσεις στο ήπαρ των αρσενικών και θηλυκών ποντικιών. Για παράδειγμα, το πρωτεάσωμα -ένα σύστημα αποβολής κατεστραμμένων ή άχρηστων πρωτεϊνών μέσω της πρωτεόλυσης- έδειξε διαφορετική απόκριση στα δύο φύλα. Η ιβουπροφαίνη αύξησε τη δραστηριότητα του κυτοχρώματος P450 -μιας ομάδας ενζύμων που μεταβολίζουν τα φάρμακα- στα θηλυκά αλλά τη μείωσε στα αρσενικά.
«Η αύξηση του κυτοχρώματος P450 πιθανότατα σημαίνει πως η λήψη φαρμάκων με ιβουπροφαίνη από άνδρες συνοδεύεται από μεγαλύτερης διάρκειας παραμονή των δραστικών ουσιών στον οργανισμό. Αυτή η ανακάλυψη επιτείνει την ανάγκη για προσεκτική χρήση φαρμάκων όπως η ευρέως διαδεδομένη ιβουπροφαίνη, που δεν θα έπρεπε φερ’ ειπείν να επιλέγεται σε περιπτώσεις όπως ο ήπιος πόνος», ανέφερε ο Δρ. Gomes.
Τέλος, συμπλήρωσε πως τα τελευταία ευρήματα υποδεικνύουν, όπως και άλλες μελέτες, ότι η επιστημονική κοινότητα οφείλει να αρχίσει να αντιμετωπίζει διαφορετικά τους άνδρες και τις γυναίκες όσον αφορά τη χορήγηση φαρμάκων και τον μεταβολισμό τους από τον οργανισμό.
ygeiamou