Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, ενώπιον του οποίου παραπέμφθηκε να δικαστεί ο 60χρονος, τον έκρινε ένοχο για ανθρωποκτονία με πρόθεση, βιασμό, σωματική βλάβη σε βάρος αδύναμου προσώπου, ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη και γενετήσιες πράξεις μεταξύ συγγενών, χωρίς να του αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό.
Αξιολογώντας το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας και τις μαρτυρικές καταθέσεις, η εισαγγελέας της έδρας Αργυρή Κοτίνα ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος ασκούσε ενδοοικογενειακή βία, χτυπώντας βάναυσα τον αδελφό και την μητέρα του. Την τελευταία «τη βίαζε μέχρι τον θάνατό της» παρότι είχε καταστεί τυφλή και ανάπηρη. «Την είχε ως οικόσιτο ζώο», επισήμανε η εισαγγελική λειτουργός κατά την αγόρευσή της.
Άτομα του περιβάλλοντος των δύο αδελφών ενημέρωσαν τελικά την αστυνομία και ο 60χρονος συνελήφθη, ομολογώντας την πράξη του, την οποία δικαιολόγησε λέγοντας «με είχε κουράσει να την φροντίζω, δεν άντεχα άλλο». Από την ιατροδικαστική εξέταση που ακολούθησε προέκυψε ότι η άτυχη ηλικιωμένη έφερε σημάδια σεξουαλικής κακοποίησης τα οποία προσδιορίζονταν χρονικά λίγο καιρό πριν τη δολοφονία της.
Στην απολογία του, ο κατηγορούμενος, με ιστορικό ψυχικής ασθένειας και εξάρτησης από αλκοόλ, αποδέχθηκε ότι σκότωσε τη μητέρα του, αλλά αρνήθηκε ότι είχε σεξουαλικές επαφές μαζί της. «Έπινα αλκοόλ, δεν είχα εργασία. Ήμουν σε άθλια κατάσταση. Δεν κατάλαβα πώς έγινε το κακό. Η μητέρα μου δεν ήθελε να πάει στο ίδρυμα. Συνέχεια με φώναζε να την ταΐσω. Εγώ τη φρόντιζα, την έτρεχα στα νοσοκομεία. Ο αδελφός μου δεν βοηθούσε. Λυπάμαι γι′ αυτό που έγινε, ζητώ συγγνώμη. Την επόμενη μέρα αντιλήφθηκα τι έκανα», είπε και ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν υπό την επήρεια μέθης.