Θοδωρής Κολυδάς: Η φονικότερη πλημμύρα στην Ελλάδα, έγινε στα Τρίκαλα

Ο λόγος που η φονικότερη πλημμύρα στην Ελλάδα, αυτή στα Τρίκαλα τον Ιούνιο του 1907, “δεν υπήρξε” στη μετεωρολογική ιστορία.

Μετά το πρόσφατο άρθρο μας για τις φονικές πλημμύρες στη Μεσόγειο, διαπίστωσα ότι μια μεγάλη – η φονικότερη πλημμύρα για τα ελληνικά δεδομένα δεν ήταν καταγεγραμμένη στη διεθνή βάση δεδομένων που χρησιμοποιήσαμε και ενημερώσαμε σχετικά.

Αυτή η πλημμύρα, όπως θα δούμε παρακάτω, προκλήθηκε από ισχυρότατες θερμικές καταιγίδες στα Τρίκαλα στις 4 Ιουνίου 1907. Η τοπικότητα του φαινομένου ήταν μεγάλη, ενώ καταγεγραμμένα δεδομένα ύψη βροχής δεν αναφέρονται. Προφανώς, και γι’ αυτό τον λόγο αυτή η πλημμύρα “δεν υπήρξε” στη μετεωρολογική ιστορία.

Βλέπετε, στον μετεωρολογικό χώρο, όπως συμβαίνει και στις άλλες επιστήμες της γης, “υπάρχεις” μόνο όταν έχεις ενόργανες καταγραφές των καιρικών γεγονότων. Η ιστορική μνήμη είναι χρήσιμη, αλλά βαθμιαία περνάει σε δεύτερη μοίρα.

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ ΣΤΑ ΤΡΙΚΑΛΑ

Ήταν μια ζεστή μέρα του Ιουνίου σε μια περίοδο ανομβρίας , όπου μάλιστα είχαν προηγηθεί θρησκευτικές λιτανείες για να βρέξει. Ήταν νωρίς το απόγευμα και μόλις είχε λήξει το εβδομαδιαίο «παζάρι» της πόλης, όταν ξέσπασε η σφοδρή καταιγίδα. Η καταιγίδα αυτή στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας στις 4 Ιουνίου του 1907 έχει καταγραφεί ως η καταιγίδα με τον μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων στο πανελλήνιο.

Παρότι αρχικά (από την τότε κυβέρνηση) υπήρξε η αόριστη αποτίμηση για πάνω από 100 νεκρούς, τηλεγραφήματα ειδησεογραφικών πρακτορείων, όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ της εφημερίδος ΕΜΠΡΟΣ ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών στα 500 άτομα ενώ από άλλες επιστημονικές έρευνες, υπάρχουν εκτιμήσεις για 300 νεκρούς.

ΟΙ ΑΚΡΑΙΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΤΟΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ

Η σφοδρή καταιγίδα άρχισε περί τις 16:00 (το απόγευμα) και είχε εντυπωσιακά τοπικό χαρακτήρα. Έβρεξε σχεδόν μόνο στα όρια της υδρογραφικής λεκάνης του Ληθαίου ποταμού και σε κάποιες γειτονικές περιοχές και κράτησε μέχρι περίπου στις 23:00. Τα αποτελέσματα ήταν τρομακτικά: Ένα τεράστιο «κύμα» σάρωσε την πόλη, (σύμφωνα με μαρτυρίες υπήρξε και ταυτόχρονο μικρότερο «κύμα» από τον Αγιαμονιώτη ποταμό) αφού προηγουμένως είχε σαρώσει κυριολεκτικά όλα τα χωριά που βρίσκονται κατά μήκος της κοίτης του Ληθαίου (στο ανατολικό περιθώριο της Δυτικής Θεσσαλίας) και όχι μόνο.

Η καταιγίδα άφησε πίσω της αδιευκρίνιστο αριθμό θυμάτων (ο επίσημος κατάλογος των καταμετρημένων αναφέρει περί τους 150 νεκρούς , αλλά λαμβάνοντας υπόψιν τις λίστες των αγνοουμένων, τα θύματα ενδεχομένως ξεπερνούν τους 400 ενώ ορισμένοι κάνουν λόγο για 600!!). Είχαμε χιλιάδες άστεγους , ενώ 1200 με 2000 οικίες κατέρρευσαν ολοσχερώς μέσα στην πόλη. Υπήρξε μεγάλο πλήθος από νεκρά ζώα και είχαμε ολοσχερή καταστροφή της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής των χωριών στις όχθες του ποταμού (Σπαθάδες, Βασιλική, Μικρό Κεφαλόβρυσο, Μεγάλο Κεφαλόβρυσο, Ράξα, Σωτήρα, Περδικοράχη, Ρίζωμα, Πατουλιά, Γλύνος, Νομή, Λόγγος, κ.α.).

Χρειάστηκε να παρέλθει μια εβδομάδα για να αντιληφθεί η κεντρική διοίκηση το μέγεθος της καταστροφής (επίσκεψη υπουργού Καλογερόπουλου) ενώ προηγουμένως είχε απειληθεί κοινωνική έκρηξη και επίθεση σε δημόσια κτήρια, κλπ. Τις επόμενες ημέρες κατέφθασε και ο βασιλεύς Γεώργιος (φιλοξενούμενος του τσιφλικά Ζωγράφου στην Λαζαρίνα) αλλά έφυγε κακήν κακώς μην αντέχοντας την φρικτή κατάσταση που αντίκρισε.

Στα αίτια της καταστροφής –εκτός του πρωτοφανούς ύψους βροχής της καταιγίδας- που όμως δεν διαθέτουμε μετρήσεις – συγκαταλέγονται οι αλόγιστες επεμβάσεις στην κοίτη του Ληθαίου, η ανεξέλεγκτη υλοτόμηση στα δάση της υδρογραφικής λεκάνης & η ύπαρξη ενός φράγματος σε κάποιον υδρόμυλο που οι κάτοικοι φρόντισαν να γκρεμίσουν αμέσως μετά την πλημμύρα. Όλα τα παραπάνω θεωρούνται –δυστυχώς- επιτεύγματα του «βασιλείου της Ελλάδος» που είχε προσφάτως (1881) προσαρτήσει την Θεσσαλία (με το γνωστό καθεστώς των τσιφλικάδων και των ακτημόνων κολίγων), γιατί -όσο κι αν δεν μας αρέσει – η Οθωμανική διοίκηση προστάτευε «δια ροπάλου» τόσο τον ποταμό, όσο και τα δάση!

Το φαινόμενο χαρακτηρίστηκε από σφοδρότητα και έντονη τοπικότητα. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, η στάθμη του ποταμού ανήλθε έως και 6 μέτρα σε σχέση με την κανονική & αποτέθηκε ένα παχύ στρώμα λάσπης, ενώ είχαν προηγηθεί μικρότερα, αλλά σημαντικά πλημμυρικά επεισόδια και κατά τα προηγούμενα έτη (π.χ. 1883, 1885, 1886, 1887, 1888, 1889, 1891, 1896, 1900, 1904, 1905) καθώς και κάποια «ασυνήθιστα μετεωρολογικά φαινόμενα» (κυρίως στις αρχές του καλοκαιριού). Μια ανάλογη κατάσταση με την σημερινή που ζεί ο κάμπος, αλλά σε μικρότερη έκταση.

Η πλημμυρισμένη πόλη των Τρικάλων που τότε είχε 30.000 κατοίκους μαζί με τους συνοικισμούς της (εκτός από το Βαρούσι) ήταν βουτηγμένη σε μία απέραντη δίχως όρια λίμνη, όπου δεν ξεχώριζες τίποτε, ούτε αυτά τα ποτάμια που την περιτριγύριζα». Στις σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις συγκαταλέγεται η οικονομική καταστροφή των υπερχρεωμένων χωρικών, που αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους (είχαν αναγκαστεί να προσφύγουν σε δανεισμό λόγω της χρεωκοπίας της χώρας του 1893 & της προσωρινής οθωμανικής κατοχής του 1897-98), η οποία οδήγησε σε έξαρση της μετανάστευσης (κυρίως προς την Αμερική) και ερήμωση της υπαίθρου. Αρχικώς το πρόβλημα επιχειρήθηκε να αντιμετωπιστεί με εράνους & φιλανθρωπίες, με πενιχρά όμως αποτελέσματα. Η καθυστέρηση της κεντρικής Διοικήσεως να αντιληφθεί την έκταση της καταστροφής, αλλά και η ολιγωρία στην παροχή άμεσης και ικανοποιητικής βοήθειας προς στους πληγέντες, οδήγησε σε φαινόμενα κοινωνικής αναταραχής.