Ο σπουδαίος Γιάννης Σκαρίμπας εξιστορεί την προδοσία της Βλάχικης επανάστασης στην Ρουμανία από τους Φιλικούς

Το Βουκουρέστι είναι γεμάτο Έλληνες, όχι τώρα αλλά εδώ και αιώνες. Αυτή η διαπίστωση μοιάζει σίγουρα κοινότοπη, δεδομένης της μικρής χιλιομετρικής απόστασης που χωρίζει τα σύνορα Ελλάδας και Ρουμανίας και των επιχειρηματικών ευκαιριών που προσφέρει σήμερα η «κοινή ευρωπαϊκή αγορά».

Η ιστορία, όμως, πάντοτε παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν εστιάζουμε σε συγκεκριμένες πτυχές της και ιδιαίτερα σε αυτές που είναι λιγότερο γνωστές μέχρι τώρα

Η σημερινή Ρουμανία κατακτήθηκε από τους Τούρκους σε… δόσεις: η Βλαχία το 1393, η Μολδαβία το 1489. Η Τρανσιλβανία το 1699 αποσπάστηκε από την αυτοκρατορία και κατακτήθηκε από τους Αυστριακούς, ενώ τμήματα των υπόλοιπων περιοχών προσαρτήθηκαν στην Αυστρία και τη Ρωσία.

Ντόπιοι άρχοντες διοικούσαν τις κατακτημένες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία περιοχές, οι οποίες απολάμβαναν σχετική αυτονομία και ήταν φόρου υποτελείς στον σουλτάνο.

Στις αρχές του 18ου αιώνα, όμως, το καθεστώς αλλάζει και επιβάλλεται διοίκηση αποτελούμενη από Ελληνες Φαναριώτες, ήτοι τους πιο εγγράμματους και πιστούς διοικητικούς υπαλλήλους στην Κωνσταντινούπολη.

Στην περιοχή υπήρχαν ήδη ελληνικοί πληθυσμοί, οι οποίοι διέμεναν στην περιοχή ασκούμενοι στο εμπόριο. Η επιλογή, λοιπόν, των Φαναριωτών έμοιαζε απολύτως λογική· λογική και η πληθώρα των ελληνικών επωνύμων στη Ρουμανία.

Η κατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 19ου αιώνα και το καθεστώς των τσαρικών εγγυήσεων έδωσαν την ευκαιρία να δημιουργηθούν επαναστατικές εστίες στην ευρύτερη περιοχή, με τη Φιλική Εταιρεία να κρατά πρωταγωνιστικό ρόλο στις κινήσεις.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, επικεφαλής επαναστατικών δυνάμεων, προτίμησε να ξεκινήσει την επανάσταση του ’21 στη Μολδοβλαχία, γεγονός που δείχνει την κυριαρχία ελληνικών στοιχείων στην περιοχή. Η γραμμική εξιστόρηση των γεγονότων κρύβει, όμως, μια σημαντική πτυχή της ιστορίας, αυτήν που αφορά την κοινωνική διαστρωμάτωση των επαναστατικών κινημάτων.

Προκειμένου να φωτίσουμε κατ’ ελάχιστον το ζήτημα αυτό, αξίζει να εστιάσουμε σε ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της ρουμανικής Ιστορίας, αυτό του Τουντόρ Βλαντιμιρέσκου – Θεόδωρου Βλαδιμηρέσκου επί το ελληνικότερον.

Γόνος αγροτών, ο Βλαδιμηρέσκου έλαβε μόρφωση, έμαθε ελληνικά, υπηρέτησε στις υπηρεσίες των ντόπιων φεουδαρχών, εντάχθηκε στον ρωσικό στρατό στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου και επέστρεψε στη γενέτειρά του το 1812.

Μέχρι το 1821 είχε φτιάξει έναν ισχυρό στρατό ακολούθων, αποτέλεσμα -λένε μερικές πηγές- του γεγονότος ότι τουρκικές δυνάμεις λεηλάτησαν την πόλη του και τις γύρω περιοχές. Ο σπουδαίος Γιάννης Σκαρίμπας στο τρίτομο έργο του «Το 1821 και η Αλήθεια» εξυμνεί τον ηγέτη των Ρουμάνων χωρικών και αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση της διαμάχης του με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη.

Σχολιάζοντας σειρά άρθρων του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου, Κ. Τζουρέσκου, στην εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» τον Ιούνιο του 1971 (ας θυμηθούμε εδώ ποια ήταν η πολιτική κατάσταση σε Ελλάδα και Ρουμανία εκείνη τη χρονιά), ο Σκαρίμπας επισήμανε ότι «εκτός από την καχυποψία και μια εχθρότητα, τίποτις το κοινό δεν ύπαρχε ανάμεσα στην Μπογδανοβλαχία και την Ελλάδα», ενώ «Από την πρώτη κιόλας μέρα της εισβολής του Υψηλάντη στη Βλαχία, άρχισαν να δείχνουν τα πράγματα, το πόσον είχεν εμπαιχθεί και παγιδευθεί ο Βλαδιμηρέσκου. Πουθενά δεν διαφαινόταν ότι θάταν κοινωνική και του Υψηλάντη η επανάσταση».

«Ο ένας έλεγε για… τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, κι ο άλλος για τη διανομή της γης ανάμεσα στους Βλάχους», έγραφε ο Σκαρίμπας για τον Υψηλάντη και τον Βλαδιμηρέσκου αντίστοιχα.

Στις 27 Δεκεμβρίου 1820 οι Βλαδιμηρέσκου και Γιωργάκης Ολύμπιος υπέγραψαν συμφωνία, βάσει της οποίας ο ηγέτης των Βλάχων αγροτών (Πανδούρων) για λόγους σκοπιμότητας δεσμευόταν να επαναστατήσει όχι κατά του σουλτάνου, αλλά ενάντια στο καθεστώς των Ελλήνων ηγεμόνων και των πλούσιων Βογιάρων.

Σκοπός, να μην προκληθεί αμέσως επίθεση των Τούρκων που βρίσκονταν στα σύνορα. Με αυτόν τον τρόπο θα δινόταν η ευκαιρία στον Υψηλάντη να αναπτύξει τις δυνάμεις του έτι περαιτέρω, ενώ οι χωρικοί θα είχαν πια την ευκαιρία να κατακτήσουν την εξουσία, στα πρότυπα του Συντάγματος του Ρήγα.

«Μα, αντίς γι’ αυτό, είδαμε τι έγινε. Ενώ και σύξυλη τη χώρα ρήμαξε ο Υψηλάντης. Τον Βλαδιμηρέσκου; Ποιος τον λογάριαζε; Μόνο νερό ας κουβάλαε στο μύλο» αναφέρει ο Σκαρίμπας, περιγράφοντας τα όσα συνέβησαν, αντίθετα από τα όσα είχαν συμφωνηθεί. Μπροστά στην κατάσταση αυτή, ο Βλαδιμηρέσκου δήλωσε ότι θα μείνει ουδέτερος και «στάθηκε με το όπλο “παραπόδας” του, αγναντεύοντας με ατενή προσοχή το ρήμαγμά τους. Οι Τούρκοι θα τους λιάνιζαν...».

Σε εκείνο το σημείο «ο Τσακάλωφ εισηγήθηκε στ’ αφτί του Υψηλάντη το χαμό του. Να τον παραπλανούσαν, να τον μαύλιζαν έως το “Στρατηγείο” (μάλλον κουφιοκεφαλακείο) του Τυργοβίστι. Κι εκεί να τον σκοτώνανε…»

Πράγματι, ο Βλαδιμηρέσκου συνελήφθη, οδηγήθηκε μπροστά στον Υψηλάντη, «κι αυτός, άνδρας… σοβαρός και… εχέφρων (!), τον (αχ, τι μιμόζ!) τον παρέπεμψε σε Στρατιωτικό (τραχανο-)Δικαστήριο, που τον καταδίκασε σε θάνατο», αναφέρει ο Σκαρίμπας.

Βασανίστηκε και το ακρωτηριασμένο πτώμα του πετάχτηκε σε έναν βόθρο. Οι κατηγορίες περί μυστικής του συνεργασίας με τους Οθωμανούς ουδέποτε αποδείχτηκε με έγκυρα έγγραφα, ενώ οι Φιλικοί δεν κατάφεραν να προσεταιριστούν ούτε έναν από τους στρατιώτες του Βλαδιμηρέσκου.

 

efsyn.gr